Από την ιστοσελίδα αυτή μπορείτε να ενημερώνεστε για το θέμα του οικουμενισμού και τα σύγχρονα οικουμενιστικά ανοίγματα.
▼
Τετάρτη 25 Απριλίου 2012
Οι Παπικοί της Ελλάδος εγκωμιάζουν τον Πατριάρχη Βαρθολομαίο, τον Α.Πανώτη και τον Π.Ανδριόπουλο για τη στάση τους απέναντι στον Μητροπολίτη Πειραιώς
Αποδέκτες παπικών εγκωμίων γίνονται ο Πατριάρχης Βαρθολομαίος, ο Αριστείδης Πανώτης και ο Παναγιώτης Ανδριόπουλος επειδή καταδίκασαν με κείμενά τους τη στάση του Μητροπολίτου Πειραιώς Σεραφείμ απέναντι στους Παπικούς! Το εκ των Παπικών προερχόμενον εγκώμιον επιβεβαιώνει τον φιλοπαπικό και οικουμενιστικό τους βηματισμό. Ελέγχονται από παραδοσιακούς κληρικούς και πιστούς και εγκωμιάζονται από τους Παπικούς! Είναι ευχαριστημένοι;
Μεταφέρουμε το "Ανακοινωθέν του Γραφείου Τύπου της Ι.Συνόδου της Καθολικής Εκκλησίας Ελλάδος"
Αθήνα 23/4/2012
ΑΝΑΚΟΙΝΩΘΕΝ
Ο Ι. Κλήρος, τα Μοναχικά Τάγματα και τα λαϊκά μέλη της Καθολικής Εκκλησίας στην Ελλάδα απορούμε για την αψυχολόγητη ενέργεια του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτη Πειραιώς κ. Σεραφείμ...
ο οποίος προχώρησε «μετά πολλής θλίψεως και βαθυτάτου άλγους» σε μήνυση κατά του Αρχιεπισκόπου των εν Αθήναις Καθολικών κ.κ. Νικολάου Φωσκόλου για προσηλυτισμό. Μαζί με τον Καθολικό Αρχιεπίσκοπο μηνύονται από τον ίδιο Μητροπολίτη για παράβαση του άρθρου 13 του Συντάγματος και των μεταξικών Α.Ν. 1363/38 άρθ. 4 και 5 ως αντικατεστάθησαν από το άρθρο 2 του Α.Ν. 1672/1939, ο εφημέριος της Καθολικής Εκκλησίας του Πειραιά π. Ιωάννης Πάτσης και η καθολική μοναχή Αδ. Αλβέρτα Στεφάνου, Ηγουμένη της Μοναστικής Κοινότητας του Αγ. Ιωσήφ της Εμφανίσεως και Διευθύντρια τη Ελληνο - Γαλλικής Σχολής Jeanne d’ Arc στον Πειραιά.
Το ανακοινωθέν της Ιεράς Μητροπόλεως Πειραιώς ανέφερε χαρακτηριστικά: «Γνωστοποιούμε την ημετέρα ποινική έγκλησι που υπεβλήθη εις τον Εισαγγελέα Πλημμελειοδικών Πειραιώς κατά της Ρωμαιοκαθολικής παρασυναγωγής και της ανιέρου δράσεώς της. Αφιερώνουμε την εν λόγω έγκλησιν εις τους τραγικούς οικουμενιστάς συνοδοιπόρους του εκπεσόντος Ρωμαιοκαθολικισμού που δεν ορωδούν να συμφύρωνται και να συναγελάζωνται και να συνευδοκούν μετά των θεηλάτων απομειωτών της εις Χριστόν πίστεως και αληθείας».
Το ιστορικό έχει ως εξής: Στον Πειραιά, ως γνωστόν, λειτουργεί από το 1859 η Ελληνο-Γαλλική Σχολή του Μοναχικού Τάγματος των Αδελφών του Αγίου Ιωσήφ της Εμφανίσεως, στο οποίο φοιτούν τόσο καθολικά όσο και ορθόδοξα παιδιά. Το κύρος της εν λόγω Σχολής, όπως και των περισσοτέρων Εκπαιδευτικών Καθολικών Ιδρυμάτων της Πρωτεύουσας είναι εγνωσμένο και γι’ αυτό κάθε χρόνο απευθύνονται σ’ αυτό εκατοντάδες γονείς προς εγγραφή των παιδιών τους.
Με την έναρξη του περασμένου σχολικού έτους, όπως κάθε χρόνο, ο εφημέριος της Καθολικής Ενορίας Πειραιά τέλεσε τον αγιασμό στους μαθητές του Δημοτικού, ενώ αντίστοιχα ένας ορθόδοξος ιερωμένος τέλεσε τον αγιασμό για τα παιδιά του Γυμνασίου και του Λυκείου. Το γεγονός αυτό εξόργισε τον Άγιο Πειραιώς, ο οποίος προσέφυγε στην Ελληνική Δικαιοσύνη και σήμερα η 1η Πταισματοδίκης Αθηνών καλεί τον Αρχιεπίσκοπο των εν Αθήναις Καθολικών στις 26 Απριλίου 2012 για να λάβει γνώση της εις βάρους του μηνύσεως.
Να σημειωθεί πως ο τίτλος του Καθολικού Αρχιεπισκόπου είναι «Αρχιεπίσκοπος των εν Αθήναις Καθολικών» και όχι «Ρωμαιοκαθολικών» όπως εγγράφεται στην δικαστική κλήση ή «Επίσκοπος της Παπικής παρασυναγωγής» ή όλα τα άλλα ευφάνταστα που κατά καιρούς χρησιμοποιούνται από τον Άγιο Πειραιώς.
Λίγο καιρό αργότερα και συγκεκριμένα την Κυριακή της Ορθοδοξίας στον Καθεδρικό Ιερό Ναό Αγίας Τριάδος Πειραιώς, ο Σεβασμιώτατος κ. Σεραφείμ με τον στόμφο που τον διακρίνει, προχώρησε σε μία άνευ προηγουμένου εκδήλωση, αυτή του αναθεματισμού των εκπροσώπων των λοιπών χριστιανικών ομολογιών, καθώς και αυτών των Ισραηλιτών και των Μωαμεθανών. Κι έτσι μετά τον αναθεματισμό: «Τω κανονικώς ανυποστάτω και εκπεσόντι αιρεσιάρχη Πάπα και Πατριάρχη Παλαιάς Ρώμης Βενεδίκτω τω 16ω και τοις αυτώ κοινωνούσι, που «αποτελούν κατεγνωσμένους αιρετικούς» ο Άγιος Πειραιώς αναθεμάτισε: «τοις Μαρτίνω Λουθήρω, Ιωάννη Καλβίνω, Ουρλίχω Σβιγλίω και Ερρίκω τω 8ω δυσσεβή βασιλεί και τοις συν αυτοίς συγκροτήσασι τας αιρετικάς παραφυάδας της Διαμαρτυρήσεως», αλλά και «Τοις αρνουμένοις και καθυβρίζουσι την Παναγίαν, Ομοούσιον, Αδιαίρετον και Ζωοποιόν Τριάδαν, Ραβίνοις του Ιουδαϊσμού, Ισλαμισταίς ...».
Δεν θα θέλαμε η ελληνική κοινωνία να παρασυρθεί σε επικίνδυνες ατραπούς και να οδηγηθεί χρόνια πίσω σε εποχές που χαρακτηρίζονται από μισαλλοδοξία, άγνοια και θρησκευτικό φανατισμό.
Και αν ακόμη η Καθολική Εκκλησία, συνηθισμένη σε τέτοιου είδους ταπεινώσεις και αντιμετωπίσεις, μπορεί να ξεπεράσει τέτοια θλιβερά φαινόμενα, ας σκεφθεί κανείς σε τι περιπέτειες μπορεί να εμπλακεί η χώρα μας όταν ένας Μητροπολίτης προκαλεί με τέτοιο άκομψο, ανιστόρητο και αντιχριστιανικό τρόπο τους εκπροσώπους των Μουσουλμάνων και των Εβραίων.
Μήπως ο Άγιος Πειραιώς, ανάμεσα στις πολύμορφες συγγραφικές του δραστηριότητες έχει να διαθέσει και λίγο χρόνο και να σκεφτεί πιο χριστιανικά και με κάποια νηφαλιότητα;
Αν και τα ΜΜΕ σιώπησαν προκλητικά, όπως και πρόσωπα και θεσμοί που όφειλαν να υψώσουν κάποια φωνή διαμαρτυρίας, αποτελεί παρηγοριά η Επιστολή της Α.Θ.Π. του Οικουμενικού Πατριάρχη κ.κ. Βαρθολομαίου, αλλά και θεολόγων όπως των σεβαστών κ.κ. Αριστείδη Πανώτη και Παναγιώτη Ανδριόπουλου, που κι αυτές πέρασαν, δυστυχώς, στα ψιλά των Μ.Μ.Ε.
Ποτέ δεν θελήσαμε να προκαλέσουμε ή να απαιτήσουμε κάτι που δεν μας ανήκει, αισθανόμαστε όμως την υποχρέωση να καταγγείλουμε στον Ελληνικό λαό και σε κάθε άνθρωπο καλής θέλησης τέτοιες συμπεριφορές, με μοναδικό μας στόχο να προλάβουμε τα χειρότερα που μπορεί να προκαλέσουν αυτού του είδους ξεπερασμένες νοοτροπίες, ξεπερασμένα πνεύματα, ξεπερασμένες φυσιογνωμίες.
πηγή: ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΆ
Τρίτη 3 Απριλίου 2012
π. Αναστάσιος Κ. Γκοτσόπουλος: Αν ο Παπισμός ανήκει στην Εκκλησία του Χριστού, τότε …
Απλές σκέψεις εκκλησιολογικής συνέπειας …
Αν ο Παπισμός ανήκει στην Εκκλησία του Χριστού, τότε …
Υποστηρίζεται στο χώρο της Οικουμενικής Κινήσεως ότι ο Παπισμός ανήκει στην Εκκλησία του Χριστού, ότι είναι μία από τις Τοπικές Εκκλησίες που όλες μαζί συγκροτούν την Εκκλησία, τη Μία, Αγία, Καθολική και Αποστολική Εκκλησία, το Σώμα του Χριστού. Συνέπεια της αντιλήψεως αυτής είναι η πεποίθηση ότι ο Πάπας έχει πλήρη ιεροσύνη με αδιάκοπη Αποστολική Διαδοχή, είναι κανονικός Επίσκοπος, διάδοχος του Απ. Πέτρου και τελεί απολύτως έγκυρα μυστήρια που προσφέρουν την αυτή σώζουσα Θ. Χάρη που παρέχεται και δια των Μυστηρίων της Ορθοδόξου Εκκλησίας.
Καρπός της αντιλήψεως αυτής είναι η περί «αδελφών Εκκλησιών» συζήτηση και η απόφαση της Ζ΄ Συνελεύσεως της Ολομελείας της Διεθνούς Μικτής Επιτροπής Θεολογικού Διαλόγου Ορθοδόξων και Ρ/Καθολικών στο Balamand την 17-24.6.1993, γνωστή ως ‘συμφωνία Balamand’ : «Εκατέρωθεν αναγνωρίζεται ότι όσα ενεπιστεύθη ο Χριστός εις την Εκκλησίαν του – ομολογία της αποστολικής πίστεως, μετοχή εις τα αυτά μυστήρια, κυρίως εις την μίαν ιερωσύνην την τελούσαν την μίαν θυσίαν του Χριστού, αποστολική διαδοχή των επισκόπων – δεν δύνανται να θεωρηθούν ως αποκλειστική ιδιοκτησία μιας των ημετέρων Εκκλησιών. Είναι σαφές ότι εντός του πλαισίου τούτου αποκλείεται πας αναβαπτισμός».
Τι σημαίνει όμως «εκκλησία» ; Η λέξη είναι εξαιρετικά πολυσήμαντη. Αρχικά αναφερόταν στην απλή λαϊκή συνέλευση (πχ. «εκκλησία του δήμου»). Αργότερα περιορίστηκε και σήμερα χρησιμοποιείται αποκλειστικά σε θρησκευτικά πλαίσια προσδιορίζοντας κάποιες κοινότητες χριστιανικές (πχ. προτεσταντικές εκκλησίες) ή ακόμα και μη χριστιανικές (εκκλησία των Μορμόνων), ή τέλος και κοινότητες που χρησιμοποιούν τη θρησκευτικότητα ως προσωπείο (πχ. εκκλησία της Σαϋεντολογίας, εκκλησία των Μαρτύρων του Ιεχωβά). Επίσης, υπό τον όρο «εκκλησία» πολλές φορές εννοείται ο κλήρος, ή το σύνολο των θεσμών που ανήκουν στην εκκλησιαστική ζωή, ή ακόμα και οι ίδιες οι ακολουθίες.
Όμως στην αμιγώς θεολογική γλώσσα, στην Ορθόδοξη εκκλησιολογία, με τον όρο «Εκκλησία» προσδιορίζεται αποκλειστικά και μόνο το ίδιο το Σώμα του Σαρκωθέντος Θεού Λόγου, η Μία, Αγία, Καθολική και Αποστολική Εκκλησία του Χριστού. Ακριβώς την ίδια σημασία έχει η λέξη Εκκλησία όταν συνοδεύεται από το επίθετο ‘Τοπική’, για να προσδιορίσει την σε συγκεκριμένο τόπο φανέρωση της Μίας Εκκλησίας του Χριστού. Σε αυτή την περίπτωση έχουμε την πλήρη και ουσιαστική ταύτιση της Τοπικής με την Καθολική Εκκλησία και ό,τι ισχύει για το μέρος (την Τοπική Εκκλησία), ισχύει και για το καθ’ όλον («την κατά την οικουμένην Εκκλησίαν») και το αντίστροφο.