Ἀρχιμανδρίτης Γεώργιος Γρηγοριάτης - Ἐξέχων κοινοβιάρχης, προσηνὴς πνευματικός, σημαίνων θεολόγος
Ὀρθοδοξία καὶ Ρωμαιοκαθολικισμός (Παπισμός) (Κύριαι Διαφοραί)
τοῦ Πανοσιολογιωτάτου Ἀρχιμανδρίτου π. Γεωργίου,
Καθηγουμένου τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Ὁσίου Γρηγορίου Ἁγίου Ὄρους
Ἅγιον Ὄρος, 24 Μαρτίου 2006. Κυκλοφορεῖ ἀπό: Ἐκδ. Ἀθ. Σταμούλης, 2006
Προέλευση κειμένου www.alopsis.gr
Μετὰ τὴν ἀνάρρησι τοῦ νέου Πάπα, Βενεδίκτου ΙΣΤ´, στὸν θρόνο τῆς Ρώμης ἀναγγέλθηκε ἡ ἐπανέναρξις τοῦ Θεολογικοῦ Διαλόγου Ὀρθοδόξων καὶ Ρωμαιοκαθολικῶν, ποὺ εἶχε διακοπῆ λόγω τοῦ προβλήματος τῆς Οὐνίας τὸν Ἰούλιο τοῦ 2000. Ἔχουν γίνει διάφορες ἐκτιμήσεις γύρω ἀπὸ τὴν στάσι ποὺ θὰ κρατήσῃ ὁ νέος Ποντίφηκας ἀπέναντι στὰ σοβαρὰ θεολογικὰ προβλήματα ποὺ ὑπάρχουν καὶ δυσχεραίνουν τὴν ἀποκατάστασι τῆς ἐκκλησιαστικῆς ἑνότητος.
Ἀνεξάρτητα ἀπὸ αὐτὲς τὶς ἐκτιμήσεις, οἱ Ὀρθόδοξοι βλέπουμε τὴν ἀποκατάστασι τῆς ἐκκλησιαστικῆς ἑνότητος ὡς ἐπιστροφὴ τῶν Ρωμαιοκαθολικῶν στὴν «ἅπαξ παραδοθεῖσαν τοῖς ἁγίοις πίστιν», ἀπὸ τὴν ὁποία παρεξέκλιναν μὲ τὰ αἱρετικὰ δόγματα τοῦ παπικοῦ πρωτείου ἐξουσίας, τοῦ ἀλαθήτου, τοῦ Filioque, τῆς κτιστῆς Χάριτος καὶ ἄλλων.
Γιὰ νὰ συνειδητοποιηθῇ τί προσδοκοῦμε ἀπὸ τὸν Διάλογο, ποὺ φαίνεται πῶς θὰ ἀρχίση πάλι, δημοσιεύουμε μὲ κάποιες τροποποιήσεις ὁμιλία ποὺ εἴχαμε κάνει τὸ 1998, μὲ θέμα τὶς βασικὲς διαφορὲς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας καὶ Ρωμαιοκαθολικισμοῦ, σὲ ἐπαρχιακὴ πόλι κατόπιν προσκλήσεως τοῦ οἰκείου Μητροπολίτου, ἐπειδὴ εἶχαν παρουσιασθὴ κρούσματα προσηλυτισμοῦ εἰς βάρος τῶν Ὀρθοδόξων ἐκ μέρους τῶν Ρωμαιοκαθολικῶν (*).
(*) Βλέπε περιοδ. ΜΑΡΤΥΡΙΑ, Ἱ. Μητροπόλεως Κυδωνίας καὶ Ἀποκορώνου, τεῦχος 192, Ἰανουάριος-Φεβρουάριος 1998, Χανιὰ Κρήτης.
*
* *
Ἕνα ἀπὸ τὰ χαρακτηριστικὰ τῆς πλουραλιστικῆς ἐποχῆς μας εἶναι ἡ προσπάθεια προσεγγίσεως τῶν διαφόρων λαῶν καὶ πολιτισμῶν. Πρὸς τὴν κατεύθυνσι αὐτὴ κινούμενοι ἐκπρόσωποι τῶν διαφόρων χριστιανικῶν ὁμολογιῶν ἡ θρησκειῶν συνέρχονται κατὰ διαστήματα πρὸς διενέργειαν ἐπισήμων ἢ ἀνεπισήμων διαλόγων. Γιὰ νὰ γίνῃ δυνατὴ ἡ πραγματοποίησις τῶν διαλόγων αὐτῶν, ἐπιδιώκεται κατ᾿ ἀρχὴν ἡ ἐξεύρεσις κάποιων κοινῶν σημείων μεταξὺ τῶν διαλεγομένων μερῶν. Γι᾿ αὐτὸ στὴν παροῦσα ἱστορικὴ συγκυρία ἴσως νὰ θεωρηθῇ παράδοξη ἡ ἀπαρίθμησις τῶν διαφορῶν μεταξὺ τῆς ἁγίας Ὀρθοδόξου πίστεώς μας καὶ τοῦ Ρωμαιοκαθολικισμοῦ.
Ὅμως ἕνας ἐπιπόλαιος οἰκουμενισμός, ποὺ παραγνωρίζει τὶς διαφορές, ἀπομακρύνει ἀντὶ νὰ φέρῃ πλησιέστερα τὴν ἕνωσι. Γι᾿ αὐτὸν τὸν ἐπιπόλαιο οἰκουμενισμὸ γράφει ὁ π. Δημήτριος Στανιλοάε: «Δημιουργεῖται κάθε τόσο, ἀπὸ τὴν μεγάλη ἐπιθυμία γιὰ ἕνωση, ἕνας εὔκολος ἐνθουσιασμός, ποὺ πιστεύει πῶς μπορεῖ μὲ τὴν συναισθηματική του θερμότητα νὰ ρευστοποίηση τὴν πραγματικότητα καὶ νὰ τὴν ξαναπλάση χωρὶς δυσκολία. Δημιουργεῖται ἀκόμα καὶ μία διπλωματικὴ συμβιβαστικὴ νοοτροπία, ποὺ νομίζει πῶς μπορεῖ νὰ συμφιλιώση μὲ ἀμοιβαῖες ὑποχωρήσεις δογματικὲς θέσεις ἢ γενικώτερες καταστάσεις, ποὺ κρατοῦν τὶς ἐκκλησίες χωρισμένες. Οἱ δυὸ αὐτοὶ τρόποι, μὲ τοὺς ὁποίους ἀντιμετωπίζεται -ἢ παραθεωρεῖται- ἡ πραγματικότητα, φανερώνουν μία κάποια ἐλαστικότητα ἢ κάποια σχετικοποίηση τῆς ἀξίας ποὺ ἀποδίδεται σ᾿ ὡρισμένα ἄρθρα πίστεως τῶν ἐκκλησιῶν. Ἡ σχετικοποίηση αὐτὴ ἀντικαθρεφτίζει ἴσως τὴν πολὺ χαμηλὴ σημασία, ποὺ ὡρισμένες χριστιανικὲς ὁμάδες -στὸ σύνολό τους ἢ σ᾿ ὡρισμένους ἀπὸ τοὺς κύκλους τους- δίνουν σ᾿ αὐτὰ τὰ ἄρθρα τῆς πίστεως. Προτείνουν πάνω σ᾿ αὐτά, ἀπὸ ἐνθουσιασμὸ ἢ διπλωματικὴ νοοτροπία, συναλλαγὲς καὶ συμβιβασμούς, ἀκριβῶς γιατὶ δὲν ἔχουν τίποτα νὰ χάσουν μὲ αὐτὰ ποὺ προτείνουν. Οἱ συμβιβασμοὶ ὅμως αὐτοὶ παρουσιάζουν μεγάλο κίνδυνο γιὰ Ἐκκλησίες, ὅπου τὰ ἀντίστοιχα ἄρθρα ἔχουν σπουδαιότητα πρώτης γραμμῆς. Γιὰ τὶς Ἐκκλησίες αὐτὲς παρόμοιες προτάσεις συναλλαγῆς καὶ συμβιβασμοῦ ἰσοδυναμοῦν μὲ ἀπροκάλυπτες ἐπιθέσεις» [1].
Ὑπάρχει καὶ ἄλλος λόγος ποὺ πρέπει νὰ γνωρίζουμε τὶς διαφορές. Ἡ διατήρησις σὲ κατάστασι ἐγρηγόρσεως τῆς δογματικῆς συνειδήσεως τῶν Ὀρθοδόξων.
Ζοῦμε σὲ ἐποχὴ συγχύσεως, διαχριστιανικοῦ καὶ διαθρησκειακοῦ συγκρητισμοῦ (ἀναμείξεως), προωθήσεως τῆς λεγομένης «Νέας Ἐποχῆς». Τὸ πλήρωμα τῆς Ἐκκλησίας μας ἐπηρεάζεται.
Πρόσφατα Καθηγητὴς τοῦ Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν ἔγραφε ὅτι ἠμπορεῖ νὰ ἀνάψη κερὶ μπροστὰ στὴν εἰκόνα τῆς Παναγίας, ὅπως καὶ μπροστὰ στὸ ἄγαλμα μιᾶς ἀπὸ τὶς θεὲς τοῦ Ἰνδουισμοῦ.
Εἶναι ἐπιτακτικὸ ποιμαντικὸ καθῆκον τῶν Ποιμένων τῆς Ἐκκλησίας μας νὰ ὁμολογοῦν τὴν Ὀρθόδοξο Πίστι χωρὶς συμβιβασμούς, ὅταν διαλέγωνται μὲ τοὺς ἑτεροδόξους, ἀλλὰ καὶ νὰ τὴν διδάσκουν στὸν Ὀρθόδοξο λαό, καὶ μάλιστα ἐκεῖ ποὺ αὐτὴ συγχέεται λόγω ἀγνοίας τῶν διαφορῶν μὲ τὰ ἄλλα δόγματα καὶ τὶς ἄλλες θρησκεῖες. Πολὺ περισσότερο νὰ τὴν διδάσκουν καὶ νὰ δείχνουν τὶς διαφορὲς σὲ περιοχὲς ὅπου ἄμεσα ἢ ἔμμεσα ἀσκεῖται προσηλυτισμός. Ἡ συμβουλὴ τοῦ μεγάλου Ἀποστόλου Παύλου πρὸς τοὺς ἐπισκόπους καὶ πρεσβυτέρους τῆς Ἐκκλησίας ἀντηχεῖ καὶ σήμερα: «Προσέχετε οὖν ἑαυτοῖς καὶ παντὶ τῷ ποιμνίῳ, ἐν ᾧ ὑμᾶς τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον ἔθετο ἐπισκόπους, ποιμαίνειν τὴν Ἐκκλησίαν τοῦ Θεοῦ, ἣν περιεποιήσατο διὰ τοῦ ἰδίου αἵματος» [2].
Ἂς ἐξετάσουμε τὶς σπουδαιότερες διαφορές.
α) Τὸ Κράτος τοῦ Βατικανοῦ
Βατικανὸ εἶναι τὸ κέντρο τοῦ διοικητικοῦ μηχανισμοῦ-συστήματος τῆς Ρωμαιοκαθολικῆς-Παπικῆς Ἐκκλησίας καὶ τοῦ Παπικοῦ κράτους. Ὁ Πάπας εἶναι ἀρχηγὸς τῆς Ρωμαιοκαθολικῆς Ἐκκλησίας καὶ συγχρόνως ἀρχηγὸς τοῦ κράτους τοῦ Βατικανοῦ, ποὺ διαθέτει ὑπουργούς, οἰκονομία, παλαιότερα στρατὸ καὶ σήμερα ἀστυνομία, διπλωματία καὶ ὅ,τι ἄλλο συνιστᾷ ἕνα κράτος.
Γνωρίζουμε ὅλοι πόσοι αἱματηροὶ καὶ μακροχρόνιοι πόλεμοι ἔγιναν στὸ παρελθὸν ἀπὸ τοὺς Πάπες, καὶ μάλιστα κατὰ τὸν «περὶ περιβολῆς ἀγῶνα» ποὺ ἤρχισε ἐπὶ Πάπα Γρηγορίου τοῦ Ζ´ τὸ 1075 καὶ διήρκεσε 200 ἔτη. Σκοπὸς τῶν πολέμων αὐτῶν ἦτο ἡ ἐξασφάλισις ἀλλὰ καὶ ἡ ἐπέκτασις τοῦ κράτους τοῦ