Τετάρτη 8 Ιουλίου 2015

Πανοσ. Ἀρχιμανδρίτης. Ἀθανάσιος Ἀναστασίου: Ἡ με­τά­βα­ση στήν ἀ­χρή­μα­τη κοι­νω­νί­α ὡς ἀ­πει­λή τῆς θε­οσ­δό­του ἐ­λευ­θε­ρί­ας καί ἰ­δι­ο­προ­σω­πί­ας μας

Ἡ με­τά­βα­ση στήν ἀ­χρή­μα­τη κοι­νω­νί­α
ὡς ἀ­πει­λή τῆς θε­οσ­δό­του ἐ­λευ­θε­ρί­ας καί ἰ­δι­ο­προ­σω­πί­ας μας



Σε­βα­σμι­ώ­τα­τε Ἅ­γι­ε Πει­ραι­ῶς,
εὔ­τολ­με, ἀ­κά­μα­τε καί ἀ­νυ­πο­χώ­ρη­τε ὁ­μο­λο­γη­τά τῆς Ἁ­γί­ας Ὀρ­θο­δό­ξου Πί­στε­ώς μας, ὁ ὁ­ποῖ­ος εὐ­γε­νῶς ἐ­θέ­σα­τε καί πά­λιν ὑ­πό τήν αἰ­γί­δα τῆς Μη­τρο­πό­λε­ώς Σας τήν ση­με­ρι­νή ἡ­με­ρί­δα, τήν δι­ορ­γα­νω­μέ­νη ἀ­πό τήν Ἑ­στί­α Πα­τε­ρι­κῶν Με­λε­τῶν.
Πα­νο­σι­ο­λο­γι­ώ­τα­τε πά­τερ Σα­ράν­τη, γε­ρα­ρέ, φι­λό­θε­ε καί ἀ­κα­τα­πό­νη­τε ἐρ­γά­τα τοῦ Ἀμ­πε­λῶ­νος τοῦ Κυ­ρί­ου μέ τήν πε­ρί ἡ­μᾶς συ­νο­δί­α τῆς Ἑ­στί­ας Πα­τε­ρι­κῶν Με­λε­τῶν,
Σε­βα­στοί Πα­τέ­ρες καί ἀ­δελ­φοί, ὁ­σι­ο­λο­γι­ώ­τα­τοι μο­να­χοί καί μο­να­χές
Ἐν­τι­μώ­τα­τε κ. Εὐ­ρω­βου­λευ­τά
Ἐλ­λο­γι­μώ­τα­τοι κ.κ. εἰ­ση­γη­τές
Ἐλ­λο­γι­μώ­τα­τοι κ.κ. Κα­θη­γη­τές
Ἀ­ξι­ό­τι­μοι κ.κ. ἐκ­πρό­σω­ποι ἀρ­χῶν καί φο­ρέ­ων
Προ­σφι­λέ­στα­τοι ἐν Χρι­στῷ ἀ­δελ­φοί καί φί­λοι


Τίς τε­λευ­ταῖ­ες δε­κα­ε­τί­ες πα­ρα­τη­ρεῖ­ται, τό­σο σέ εὐ­ρω­πα­ϊ­κό ὅ­σο καί σέ παγ­κό­σμιο ἐ­πί­πε­δο, μί­α ρα­γδαί­α αὔ­ξη­ση τῶν ἠ­λε­κτρο­νι­κῶν συ­ναλ­λα­γῶν καί μί­α ἀν­τί­στοι­χη ἐγ­κα­τά­λει­ψη τῆς χρή­σε­ως με­τρη­τῶν. Τό γε­γο­νός αὐ­τό ἀ­να­τρέ­πει οἰ­κο­νο­μι­κές συ­νή­θει­ες καί δε­δο­μέ­να, πού κα­θι­ε­ρώ­θη­καν ἱ­στο­ρι­κά καί ἰ­σχύ­ουν ἐ­δῶ καί δυ­ό­μι­συ χι­λι­ε­τί­ες καί μᾶς εἰ­σά­γει μέ γορ­γούς ρυθ­μούς σέ μί­α ἐν­τε­λῶς νέ­α κα­τά­στα­ση, σ’ αὐ­τή τῆς ἀ­χρή­μα­της οἰ­κο­νο­μί­ας καί κοι­νω­νί­ας.
Αὐ­τή ἡ ἀ­χρή­μα­τη κοι­νω­νί­α ὄ­χι ἁ­πλῶς προ­βάλ­λε­ται καί προ­πα­γαν­δί­ζε­ται κα­τά κό­ρον σέ ὅ­λο τόν κό­σμο, ἀλ­λά καί ἐ­πι­βάλ­λε­ται μέ­σα ἀ­πό μί­α σει­ρά πο­λι­τι­κῶν ἀ­πο­φά­σε­ων καί ρυθ­μί­σε­ων πού συν­τεί­νουν σ’ αὐ­τή τήν ἐ­πι­λο­γή. Τέ­τοι­ες ἀ­πο­φά­σεις λαμ­βά­νον­ται συ­στη­μα­τι­κά καί ἀ­πό τίς ἑλ­λη­νι­κές κυ­βερ­νή­σεις. Ἡ ἐ­πι­βο­λή αὐ­τή τοῦ νέ­ου μον­τέ­λου οἰ­κο­νο­μι­κῶν συ­ναλ­λα­γῶν ἐ­πι­φέ­ρει βα­ρύ­τα­τες συ­νέ­πει­ες καί πα­ρα­βιά­ζει βά­ναυ­σα τίς ἀ­το­μι­κές ἐ­λευ­θε­ρί­ες, θίγει συν­ταγ­μα­τι­κά δι­και­ώ­μα­τα τῶν πο­λι­τῶν καί ὁ­δη­γεῖ στόν κα­θο­λι­κό ἔ­λεγ­χο τῆς ἰ­δι­ω­τι­κῆς τους ζω­ῆς.

Μέ τόν ὅ­ρο ἀ­χρή­μα­τη κοι­νω­νί­α ἐννοοῦμε τήν ὁ­λο­κλη­ρω­τι­κή κα­τάρ­γη­ση τῆς χρή­σε­ως με­τρη­τῶν στίς οἰ­κο­νο­μι­κές συ­ναλ­λα­γές τῶν πο­λι­τῶν καί τήν πλή­ρη ἀν­τι­κα­τά­στα­σή τους μέ ἄυ­λα καί ἠ­λε­κτρο­νι­κά μέ­σα, δη­λα­δή μέ συ­ναλ­λα­γές μέ­σω τῶν ποι­κί­λων καρ­τῶν (πι­στω­τι­κῶν, χρε­ω­στι­κῶν, προ­πλη­ρω­μέ­νων), ἐ­πι­τα­γῶν, συ­ναλ­λαγ­μα­τι­κῶν, e-banking (ί-μπάν­κινγκ) λο­γα­ρια­σμῶν κ.λπ. Δέν χρη­σιμ­ο­ποιο­ῦ­με δη­λα­δή νο­μί­σμα­τα γιά τίς συ­ναλ­λα­γές μας, ἀλ­λά ἡ ἀν­τί­στοι­χη ἀ­ξί­α τῶν νο­μι­σμά­των αὐ­τῶν εἶ­ναι κα­τα­τεθει­μέ­νη καί συμ­πε­ρι­λαμ­βά­νε­ται σέ ἕ­να ψη­φια­κό μέ­σο (κάρ­τα, κι­νη­τό τη­λέ­φω­νο, ἠ­λε­κτρο­νι­κό ὑ­πο­λο­γι­στή κ.ἄ), τό λε­γό­με­νο ψη­φια­κό πορ­το­φό­λι. Στήν ἐ­ξέ­λι­ξή τους ὅ­λα αὐ­τά πρα­κτι­κά ση­μαί­νουν ὅ­τι αὐ­τό πού ἀ­πο­κα­λοῦ­με πραγ­μα­τι­κό χρῆ­μα καὶ οἱ ἄλ­λες οἰ­κο­νο­μι­κὲς ἀ­ξί­ες (χρυ­σός, ἀ­σή­μι, τί­τλοι, ὁ­μό­λο­γα κ.λπ.) στα­δια­κά ἀ­δρα­νο­ποι­οῦν­ται καί ἀν­τι­κα­θί­σταν­ται μέ τό λε­γό­με­νο πλα­στι­κό χρῆ­μα καί μελ­λον­τι­κά μέ ἕ­να εἰ­κο­νι­κὸ ψη­φια­κὸ νό­μι­σμα, ὡς τὸ μό­νο ἀ­πο­δε­κτὸ μέ­σο συ­ναλ­λα­γῆς σὲ παγ­κό­σμιο ἐ­πί­πε­δο.
Εὔκολα μποροῦμε νά φαν­τα­στοῦ­με τήν συ­νέ­χεια στήν πο­ρεί­α καί τήν ἐ­ξέ­λι­ξη τῆς ἀ­χρή­μα­της κοι­νω­νί­ας. Τό ψη­φια­κό προ­το­φό­λι θά με­ταλ­λα­χθεῖ καί θά ἐν­σω­μα­τω­θεῖ σέ ἕ­να ἐμ­φυ­τευ­μέ­νο σέ κά­θε χρή­στη ὑ­πο­δό­ριο μι­κρο­τσίπ ταυ­το­ποί­η­σης μέ­σω ρα­δι­ο­συ­χνο­τή­των (RFΙD), ὅ­πως π.χ. τό γνω­στό VeriChip μέ τό ὁ­ποῖ­ο θά πραγ­μα­το­ποι­οῦ­με ὅ­λες τίς οἰ­κο­νο­μι­κές μας συ­ναλ­λα­γές καί ὄ­χι μό­νο.
Δέν θά ἐ­πε­κτα­θοῦ­με πε­ρισ­σό­τε­ρο σέ τε­χνι­κά καί νομικά ζη­τή­μα­τα, τά ὁ­ποῖ­α θά ἀ­να­πτυ­χθοῦν ἀ­να­λυ­τι­κά καί ἐμ­πε­ρι­στα­τω­μέ­να ἀ­πό τούς ἄλ­λους ἐ­κλε­κτούς εἰ­ση­γη­τές, πού εἶ­ναι καί εἰ­δι­κοί σέ αὐ­τά τά ζη­τή­μα­τα. Ἡ ἐ­ξέ­λι­ξη τῆς τε­χνο­λο­γί­ας, ἄλ­λω­στε, εἶ­ναι τό­σο ρα­γδαί­α πού εἶ­ναι σχε­δόν ἀ­δύ­να­το νά πα­ρα­κο­λου­θή­σει κα­νείς τήν πο­ρεί­α καί τίς νέ­ες κά­θε φο­ρά ἀ­να­κα­λύ­ψεις της. Ὁ ἔ­λεγ­χος καί ἡ χει­ρα­γώ­γη­ση τῶν πο­λι­τῶν μέ­σα ἀ­πό ἕ­να κεντρι­κό ἠ­λε­κτρο­νι­κό σύ­στη­μα ἐ­λέγ­χου ἔ­χει ἐκ­δη­λω­θεῖ ἤ­δη τήν τε­λευ­ταί­α εἰ­κο­σα­ε­τί­α μέ ποικίλες μορ­φές καί ἐκ­φάν­σεις. Ἀ­να­φέ­ρου­με ἐν­δει­κτι­κά τήν συμ­φω­νί­α Σένγ­κεν, τίς ἠ­λε­κτρο­νι­κές ταυ­τό­τη­τες, τά βι­ο­με­τρι­κά δι­α­βα­τή­ρια, τόν ΑΜΚΑ, τήν κάρ­τα τοῦ πο­λί­τη, τήν κάρ­τα ἀ­πο­δεί­ξε­ων κ.ἄ. Τά μέ­σα πού κά­θε φο­ρά χρη­σι­μο­ποι­οῦν­ται μπο­ρεῖ νά ἀλ­λά­ζουν, ἡ πη­γή τους ὅ­μως καί ὁ στό­χος τους πα­ρα­μέ­νουν στα­θε­ρά τά ἴ­δια καί αὐ­τά εἶ­ναι πού πρέ­πει νά ἀ­να­κα­λύ­ψου­με, νά ἐ­ξε­τά­σου­με καί νά ἀν­τι­με­τω­πί­σου­με.
Ὁ σκο­πός ὅ­λων αὐ­τῶν τῶν με­θο­δεύ­σε­ων εἶ­ναι ὁ­ρα­τός καί προ­δι­α­γε­γραμ­μέ­νος: πρό­κει­ται γιά τήν σα­φή καί ὀρ­γα­νω­μέ­νη ἐ­πι­δί­ω­ξη γιά τήν ὁ­λο­κλη­ρω­τι­κή ὑ­πο­δού­λω­ση ὅ­λων τῶν λα­ῶν καί ἰ­δι­αί­τε­ρα τοῦ λα­οῦ μας καί τῆς πα­τρί­δος μας στούς σχε­δια­σμούς τῆς Νέ­ας Τά­ξης Πραγ­μά­των καί τῆς Νέ­ας Ἐ­πο­χῆς· γιά τήν ὑ­πα­γω­γή μας στήν δου­λεί­α καί τό πα­ρα­κρά­τος τῶν το­κο­γλύ­φων, τῶν κερ­δο­σκό­πων· γιά τήν ὑ­πο­δού­λω­σή μας στό ἀ­νε­λεύ­θε­ρο κα­θε­στώς τῶν δι­ε­θνῶν κέν­τρων ἐ­ξου­σί­ας, στό παγ­κό­σμιο σύ­στη­μα ἐ­λέγ­χου πού δι­α­μορ­φώ­νε­ται.
Ὅ­πως εἶ­ναι γνω­στό τό παγ­κό­σμιο αὐ­τό σύ­στη­μα ἐ­λέγ­χου κα­θο­δη­γεῖ­ται καί δι­ευ­θύ­νε­ται ἀ­πό δι­ά­φο­ρες κλει­στές καί ἀ­δι­α­φα­νεῖς ὁ­μά­δες προ­ω­θή­σε­ως καί ἐ­λέγ­χου τῆς ἐ­ξου­σί­ας μέ πρω­το­πό­ρους τόν δι­ε­θνή σι­ω­νι­σμό, τήν μασ­σω­νί­α, τά οἰ­κο­νο­μι­κά λόμ­πυ τῶν πο­λυ­ε­θνι­κῶν, τίς λέ­σχες ἐ­πι­λεγ­μέ­νων ἀ­τό­μων, ὅ­πως ἡ Μπίλ­ντεμ­περγκ. Πρό­κει­ται γιά μιά πα­νί­σχυ­ρη πο­λι­τι­κή, οἰ­κο­νο­μι­κή, κοι­νω­νι­κή καί θρη­σκευ­τι­κή ὀ­λι­γαρ­χί­α, πού κυ­βερ­νᾶ τόν κό­σμο καί προ­ο­ρί­ζε­ται νά γί­νει ἡ μελ­λον­τι­κή Παγ­κό­σμια Κυ­βέρ­νη­ση.
Ὅ­σο δέν κα­θί­στα­ται ἀ­κό­μη ἐ­φι­κτή ἡ παγ­κό­σμια κυ­βέρ­νη­ση, ἡ ὀ­λι­γαρ­χί­α αὐ­τή δρα­στη­ρι­ο­ποι­εῖ­ται καί ἀ­σκεῖ τήν ἐ­ξου­σί­α της μέ­σα ἀ­πό τήν λε­γό­με­νη παγ­κό­σμια δι­α­-κυ­βέρ­νη­ση, μί­α σει­ρά δη­λα­δή ἀ­πό κη­δε­μο­νευ­ό­με­νους καί κα­θο­δη­γού­με­νους ἀ­πό τήν ἴ­δια δι­ε­θνεῖς ὀρ­γα­νι­σμούς, φο­ρεῖς, κι­νή­σεις, ὀρ­γα­νώ­σεις, ἱ­δρύ­μα­τα, σχη­μα­τι­σμούς καί ὁ­μά­δες πα­ρα­γω­γῆς ἰ­δε­ο­λο­γί­ας. Κυ­ρί­αρ­χη τά­ση γιά τήν ἔκ­φρα­ση καί τήν δρα­στη­ρι­ο­ποί­η­ση ὅ­λου αὐ­τοῦ τοῦ μη­χα­νι­σμοῦ ἀ­πο­τε­λεῖ στίς μέ­ρες μας ἡ παγ­κο­σμι­ο­ποί­η­ση, τό πο­λυ­ερ­γα­λεῖ­ο τῆς παγ­κό­σμιας δι­α­κυ­βέρ­νη­σης.
Ἕ­να ση­μαν­τι­κό μέ­ρος τῆς ἐ­θνι­κῆς κυ­ρι­αρ­χί­ας τῶν κρα­τῶν ἔ­χει με­τα­φερ­θεῖ στούς ὑ­πε­ρε­θνι­κούς ὀρ­γα­νι­σμούς, οἱ ὁ­ποῖ­οι στήν οὐ­σί­α ἀ­σκοῦν καί ἐ­πι­βάλ­λουν τήν πο­λι­τι­κή τους στούς λα­ούς χρη­σι­μο­ποι­ών­τας ὡς ἐ­κτε­λε­στι­κά τους ὄρ­γα­να τίς κα­τά τό­πους ἐ­θνι­κές κυ­βερ­νή­σεις. Ἔ­χου­με ἔ­τσι τήν Παγ­κό­σμια Τρά­πε­ζα, τό ΔΝΤ, τό Δι­ε­θνές Δι­κα­στή­ριο, τόν Παγ­κό­σμιο Ὀρ­γα­νι­σμό Ὑ­γεί­ας, τόν Παγ­κό­σμιο Ὀρ­γα­νι­σμό Ἐμ­πο­ρί­ου, τόν Παγκόσμιο Ὀργανισμό Τροφίμων καί Γεωργίας, τήν Παγ­κό­σμια Δι­ά­σκε­ψη γιά τό Πε­ρι­βάλ­λον, τήν ὁ­μά­δα G7, τήν G­20 καί πολ­λούς ἄλ­λους ἀ­νά­λο­γους ὀρ­γα­νι­σμούς κα­θο­λι­κῆς ἰ­σχύ­ος, πού ἐ­πι­βάλ­λουν τήν πο­λι­τι­κή τῆς δι­ε­θνοῦς ὀ­λι­γαρ­χί­ας ἐ­ρή­μην τῶν λα­ῶν.
Εἶ­ναι μά­λι­στα χα­ρα­κτη­ρι­στι­κό καί ἀ­πο­κα­λυ­πτι­κό τοῦ τρό­που λει­τουρ­γί­ας τους ὅ­τι ὅ­λοι αὐ­τοί οἱ ὀρ­γα­νι­σμοί, φο­ρεῖς καί ἀ­νε­ξάρ­τη­τες ἀρ­χές δέν εἶ­ναι κυ­βερ­νη­τι­κοί ὀρ­γα­νι­σμοί. Οἱ ἐ­πι­κε­φα­λῆς τους δέν ἐ­κλέ­γον­ται ἀ­πό τόν λα­ό κά­ποι­ου κρά­τους, δέν ὑ­πά­γον­ται στόν ἔ­λεγ­χο κά­ποι­ας Κυ­βέρ­νη­σης καί δέν λο­γο­δο­τοῦν σέ κα­νέ­να θε­σμι­κό ὄρ­γα­νο. Ἀ­πο­φα­σί­ζουν καί ἐ­νερ­γοῦν ἀ­νε­ξέ­λεγ­κτα, ἐ­φαρ­μό­ζουν καί ἀ­κο­λου­θοῦν ἀ­δί­στα­κτες πρα­κτι­κές καί ἐ­πι­βάλ­λουν μέ ὁ­λο­κλη­ρω­τι­κές με­θό­δους τίς ἀ­πο­φά­σεις τους σέ ἐ­κλεγ­μέ­νες Κυ­βερ­νή­σεις. Κλα­σι­κό πα­ρά­δειγ­μα ἡ μα­νι­ώ­δης πραγ­μα­τι­κά τα­κτι­κή τοῦ ΔΝΤ καί τῶν γερ­μα­νο­κρα­τού­με­νων εὐ­ρω­πα­ϊ­κῶν θε­σμῶν πρός τήν χώ­ρα μας ὅ­λα αὐ­τά τά χρό­νια τῆς οἰ­κο­νο­μι­κῆς κρί­σε­ως μέ κο­ρύ­φω­ση τούς τε­λευ­ταί­ους μῆ­νες καί εἰ­δι­κά τίς τε­λευ­ταῖ­ες ἡ­μέ­ρες.
Ἡ ση­με­ρι­νὴ παγ­κό­σμια οἰ­κο­νο­μι­κή κρί­ση εἶ­ναι τό ἀ­πο­τέ­λε­σμα τῆς θε­ω­ρη­τι­κῆς εὐ­η­με­ρί­α­ς πού ἔ­φε­ρε τό πλα­σμα­τι­κὸ χρῆ­μα. Μί­α σει­ρά ἀ­πό εἰ­κο­νι­κές κα­τα­στά­σεις λο­γι­στι­κοῦ τύ­που, χω­ρίς πραγ­μα­τι­κό ἀν­τί­κρι­σμα, δη­μι­ούρ­γη­σαν χάρ­τι­νους οἰ­κο­νο­μι­κούς πύρ­γους καί πυ­ρα­μί­δες, τήν κα­τάρ­ρε­συ­η τῶν ὁ­ποί­ων βι­ώ­νου­με σή­με­ρα. Παν­τοῦ πλα­σμα­τι­κές κα­τα­στά­σεις, παν­τοῦ «ἀ­έ­ρας» καί «φοῦ­σκες», στά χρη­μα­τι­στή­ρια, στά ὁ­μό­λο­γα, στίς ὑ­πε­ρα­ξί­ες. Και­νο­φα­νεῖς ὅ­ροι καί ἔν­νοι­ες δη­μι­ουρ­γοῦν­ται, ἀ­κα­τα­νό­η­τες ὡς πρός τόν τρό­πο λει­τουρ­γί­ας τους. Ἀ­κοῦ­με γιά τίς πε­ρι­βό­η­τες ἀ­γο­ρές, γιά τά πε­ρί­φη­μα Funds (φάντς), γιά ἀ­μοι­βαῖα κε­φά­λαι­α, γιά πα­ρά­γω­γα, γιά σπρέν­τς, γιά swaps (σου­άπς), γιά ἀ­σφά­λι­στρα κιν­δύ­νου καί γιά τό­σα ἄλ­λα πού κα­τα­λή­γουν νά κά­νουν βα­θύ­πλου­τους καί πα­νί­σχυ­ρους τούς ἐμ­πνευ­στές τους καί νά φτω­χο­ποι­οῦν τά κρά­τη καί τούς λα­ούς, ὥ­στε νά δε­χθοῦν πιό εὔ­κο­λα καί πιό γρή­γο­ρα τίς ἠ­λε­κτρο­νι­κές ἁλυ­σί­δες τῆς χει­ρα­γώ­γη­σής τους.
Ἡ συν­τα­γή εἶ­ναι, ἄλ­λω­στε, δο­κι­μα­σμέ­νη καί ἐ­πι­τυ­χη­μέ­νη, γι’ αὐ­τό καί δέν τήν ἀλ­λά­ζουν. Εἶ­ναι ἡ γνω­στή μέ­θο­δος τῆς Νέ­ας Τά­ξης Πραγ­μά­των καί τῆς Pax Americana, τό νά προ­κα­λοῦν δη­λα­δή τε­χνη­τές καί προ­κα­τα­σκευ­α­σμέ­νες πε­ρι­φε­ρεια­κές πο­λι­τι­κές, οἰ­κο­νο­μι­κές, κοι­νω­νι­κές καί στρα­τι­ω­τι­κές κρί­σεις ἀ­νά τήν ὑ­φή­λιο καί νά ἔρ­χον­ται κα­τό­πιν ὡς αὐ­τό­κλη­τοι σω­τῆ­ρες γιά νά τίς ἀν­τι­με­τω­πί­σουν. Στη­ρί­ζουν δι­κτά­το­ρες, συν­τη­ροῦν ὁ­λο­κλη­ρω­τι­κά κα­θε­στώ­τα, ὑ­πο­κι­νοῦν τα­ρα­χές, ὑ­πο­θάλ­πουν τήν βί­α καί τόν φα­να­τι­σμό καί ἐ­ξω­θοῦν τε­χνη­έν­τως τίς κα­τα­στά­σεις ἐ­κτός ἐ­λέγ­χου, ὥ­στε νά δι­και­ο­λο­γοῦν τήν ἐ­πέμ­βα­σή τους. Χα­ρα­κτη­ρι­στι­κά πα­ρα­δείγ­μα­τα: τό Ἰ­ράκ, ἡ Συ­ρί­α, ἡ Τυ­νη­σί­α, τό Ἀφγανιστάν, ἡ Μέση Ἀνατολή, μί­α σει­ρά ἀ­πό ἀ­ρα­βι­κές χῶ­ρες καί φυ­σι­κά οἱ ἀ­πί­στευ­τες βι­αι­ό­τη­τες καί ὁ ἄ­κρα­τος θρη­σκευ­τι­κός φα­να­τι­σμός τῶν τζι­χαν­τι­στῶν τοῦ ἰσ­λα­μι­κοῦ κρά­τους.

Πανοσ. Ἀρχιμανδρίτης. Ἀθανάσιος Ἀναστασίου,Προηγούμενος Ἱερᾶς Μονῆς Μεγάλου Μετεώρου Ἁγίων Μετεώρων

Τό πρό­βλη­μα βε­βαί­ως ξε­κι­νᾶ ἀ­πό τήν στιγ­μή πού εἰ­σχω­ροῦ­με στήν λο­γι­κή αὐ­τή· ἀ­πό τήν στιγ­μή πού ἐ­πι­δι­ώ­κου­με τήν θε­ρα­πεί­α μιᾶς νο­ση­ρῆς κα­τά­στα­σης ἀ­να­κυ­κλώ­νον­τας τίς πα­θο­γέ­νει­ές της· ὅ­ταν ἐ­πι­χει­ροῦ­με τήν ἀν­τι­με­τώ­πι­ση τοῦ προ­βλή­μα­τος συ­νε­χί­ζον­τας νά τό συν­τη­ροῦ­με.
Κα­τά ἀ­νά­λο­γο τρό­πο καί γιά τήν ἀ­ναγ­κα­στι­κή ἐ­πι­βο­λή τῆς ἀ­χρή­μα­της κοι­νω­νί­ας χρη­σι­μο­ποι­εῖ­ται κα­τά κό­ρον ὡς ἐ­πι­χεί­ρη­μα ἡ ἀ­σφά­λεια στίς συ­ναλ­λα­γές, ὁ πε­ρι­ο­ρι­σμός τῆς ἐγ­κλη­μα­τι­κό­τη­τας καί ἡ πά­τα­ξη τῆς φο­ρο­δι­α­φυ­γῆς. Καί αὐ­τό πα­ρό­τι ὑ­πάρ­χει ἡ δυ­να­τό­τη­τα κα­τα­πο­λέ­μη­σης τῆς φο­ρο­δι­α­φυ­γῆς θε­σπί­ζον­τας, καί κυ­ρί­ως ἐ­φαρ­μό­ζον­τας, τό ἀ­παι­τού­με­νο νο­μι­κό πλαί­σιο.
Εἶ­ναι φα­νε­ρό ὅ­τι μέ ἕ­ναν τε­χνη­τό καί προ­σχη­μα­τι­κό τρό­πο ἐ­πι­χει­ρεῖ­ται νά ταυ­τι­στοῦν οἱ χρῆ­στες με­τρη­τῶν μέ τούς φο­ρο­δι­α­φεύ­γον­τες καί οἱ χρῆ­στες πλα­στι­κοῦ χρή­μα­τος μέ τούς ἔν­τι­μους πο­λί­τες, πού ἀ­πο­δί­δουν τούς φό­ρους τους. Πρό­κει­ται ὁ­λο­κά­θα­ρα γιά τήν νε­ο­ε­πο­χί­τι­κη τα­κτι­κή τῆς ἀν­τι­στρο­φῆς τῆς ἀ­λή­θειας καί τῆς προ­βο­λῆς τοῦ ψεύ­δους ὡς μί­ας νέ­ας τε­χνη­τῆς ἀ­λή­θειας. Εἶ­ναι ἡ ἴ­δια αὐ­τή νε­ο­ε­πο­χί­τι­κη τα­κτι­κή τῆς στο­χο­ποί­η­σης καί τῆς ἐ­νο­χο­ποί­η­σης, τοῦ χα­ρα­κτη­ρι­σμοῦ καί τοῦ στιγ­μα­τι­σμοῦ ὅ­λων τῶν ἀν­τι­φρο­νούν­των μέ στό­χο τήν τε­λι­κή ἐ­ξου­δε­τέ­ρω­σή τους.
Τό ση­μαν­τι­κό μά­λι­στα εἶ­ναι ὅ­τι ἡ ἀ­χρή­μα­τη κοι­νω­νί­α ἐ­πι­βάλ­λε­ται τε­χνη­τά ἐ­νῶ ὅ­πως βε­βαι­ώ­νει ὁ Καρλ-Λούν­τβιχ Τί­λε, μέ­λος τοῦ δι­οι­κη­τι­κοῦ συμ­βου­λί­ου τῆς κεν­τρι­κῆς τρά­πε­ζας τῆς Γερ­μα­νί­ας «σχε­δὸν τὸ 80% τῶν συ­ναλ­λα­γῶν ἐ­ξα­κο­λου­θεῖ νὰ γί­νε­ται μὲ με­τρη­τά, ἐ­νῶ ἡ ἀ­ξί­α τῶν με­τρη­τῶν αὐ­τῶν ἀν­τι­στοι­χεῖ στὸ 53% ὅ­λων τῶν συ­ναλ­λα­γῶν σὲ χρῆ­μα. Τὰ με­τρη­τά, ση­μεί­ω­σε ὁ Τί­λε, εἶ­ναι καί θά πα­ρα­μεί­νουν ἡ μέ­θο­δος πλη­ρω­μῆς ποὺ προ­τι­μοῦν κά­ποι­οι κα­τα­να­λω­τές. Ὁ κά­θε ἄν­θρω­πος ἔ­χει τὸ δι­καί­ω­μα νὰ ἐ­πι­λέ­γει τὸ ἐρ­γα­λεῖ­ο ποὺ ἀν­τα­πο­κρί­νε­ται κα­λύ­τε­ρα στὶς ἀ­νάγ­κες του. Ὅ­πως εἶ­πε ὁ Ντο­στο­γι­έφ­σκι τὸ 1861: “Τὸ χρῆ­μα εἶ­ναι ἐ­λευ­θε­ρί­α κομ­μέ­νη σὲ νο­μί­σμα­τα”, κα­τέ­λη­ξε ὁ Γερ­μα­νὸς τρα­πε­ζί­της». (http://www.nooz.gr/economy/kai-o-ntostogiefski-sta-epixeirimata-uper-ton-metriton)
Τό ὅ­λο ζή­τη­μα δέν εἶ­ναι βε­βαί­ως μό­νο οἰ­κο­νο­μι­κό, πο­λι­τι­κό, ἀν­θρω­πι­στι­κό καί κοι­νω­νι­κό. Εἶ­ναι πρω­τί­στως θε­ο­λο­γι­κό κι αὐ­τό κα­θώς ἡ ἐ­λευ­θε­ρί­α τοῦ προ­σώ­που εἶ­ναι τό ὕ­ψι­στο ἀ­γα­θό πού δω­ρή­θη­κε ἀ­πό τόν Θε­ό στόν ἄν­θρω­πο πού τόν δη­μι­ούρ­γη­σε κα­τ’ εἰ­κό­να Του.
Ἡ ἔν­νοι­α τοῦ προ­σώ­που στήν ὀρ­θό­δο­ξη δι­δα­σκα­λί­α καί πα­ρά­δο­ση, ἀ­πο­τε­λεῖ ἕ­να ἀ­πό τά βα­σι­κό­τε­ρα στοι­χεῖ­α γιά τήν πνευ­μα­τι­κό­τη­τα καί τήν σω­τη­ρί­α τοῦ ἀν­θρώ­που. Ὁ Θε­ός ἔ­πλα­σε τόν ἄν­θρω­πο «κα­τ’ εἰ­κό­να καί κα­θ’ ὁ­μοί­ω­σίν» Του, γι’ αὐ­τό καί τοῦ δώ­ρη­σε ἕ­να ἀ­πό τά με­γα­λύ­τε­ρα ἀ­γα­θά, τό ἀ­γα­θό τῆς ἐ­λευ­θε­ρί­ας. Τό αὐ­τε­ξού­σιο τοῦ ἀν­θρώ­που καί ἡ ἐ­λεύ­θε­ρη προ­αί­ρε­σή του στίς ἐ­πι­λο­γές καί τίς πρά­ξεις του τόν κα­θι­στᾶ κύ­ριο κρι­τή τῶν ἀ­πο­φά­σε­ών του καί ὑ­πεύ­θυ­νο τῆς σω­τη­ρί­ας του.
Μέ­σα στό σύγ­χρο­νο ἠ­λε­κτρο­νι­κό ὁ­λο­κλη­ρω­τι­σμό πού ἐ­πι­χει­ρεῖ­ται οἱ πο­λί­τες ἀν­τι­με­τω­πί­ζον­ται ὡς ἀν­τι­κεί­με­να μέ προ­κα­θο­ρι­σμέ­νη καί ἐ­λεγ­χό­με­νη τήν ποι­ό­τη­τα καί τήν χρή­ση τους. Κα­ταρ­γεῖ­ται, ἔ­τσι, τό πρό­σω­πο καί ἐ­πι­βάλ­λε­ται ἡ ἀ­ριθ­μο­ποί­η­σή του. Ὁ ἀν­θρώ­πι­νος πα­ρά­γον­τας ἐκ­μη­δε­νί­ζε­ται, ὁ ἄν­θρω­πος χά­νει τήν ἰ­δι­ο­προ­σω­πί­α του, κα­θώς τό σύ­στη­μα ἀ­να­γνω­ρί­ζει μό­νον ἀ­ριθ­μούς καί στοι­χεῖ­α, iban. Παύ­ου­με, δη­λα­δή, νά εἴ­μα­στε προ­σω­πι­κό­τη­τες μέ ἐ­λεύ­θε­ρη βού­λη­ση καί δρά­ση καί γι­νό­μα­στε ἀν­τι­κεί­με­να πλη­ρο­φο­ρι­ῶν καί συλ­λο­γῆς δε­δο­μέ­νων.
Στήν οὐ­σί­α μέ τόν τρό­πο αὐ­τό ἐ­πι­βάλ­λε­ται ἕ­νας ἰ­δι­ό­τυ­πος μο­νο­φυ­σι­τι­σμός, ὅ­που ὁ ἄν­θρω­πος δέν ἀν­τι­με­τω­πί­ζε­ται ὡς ψυ­χο­σω­μα­τι­κή ἑ­νό­τη­τα, ὡς δι­φυ­ής ὀν­τό­τη­τα ψυ­χῆς καί σώ­μα­τος, ἀλ­λά ὑ­πο­τι­μᾶ­ται καί ὑ­πο­βαθ­μί­ζε­ται. Ἀν­τι­με­τω­πί­ζε­ται μο­νο­με­ρῶς μό­νο ὡς πρός τήν ὑ­λι­κή του δι­ά­στα­ση πα­ρα­θε­ω­ρών­τας κά­θε πνευ­μα­τι­κό στοι­χεῖ­ο πού τόν χα­ρα­κτη­ρί­ζει.
Αὐ­τό πού ἐ­πι­χει­ρεῖ­ται εἶ­ναι νά συν­θλι­βεῖ τό ἀν­θρώ­πι­νο πρό­σω­πο, νά συν­θλι­βεῖ καί νά ἐ­ξου­δε­τε­ρω­θεῖ ἡ ἀ­θά­να­τη ψυ­χή του. Αὐ­τό πού ἐ­πι­θυ­μοῦν εἶ­ναι νά δη­μι­ουρ­γή­σουν με­ταλ­λαγ­μέ­νους ἀν­θρώ­πους, ἄ­ψυ­χους, ἀ­πνευ­μά­τι­στους καί ἀ­νερ­μά­τι­στους, χω­ρίς πνο­ή, χω­ρίς θέ­λη­ση, χωρίς ἐλπίδα καί σκοπό, χωρίς νά βλέπουν καί νά προσδοκοῦν τόν Οὐρανό. Νά δη­μι­ουρ­γή­σουν ἀν­θρώ­πους πού θά λει­τουρ­γοῦν ὡς μα­ρι­ο­νέ­τες, ὡς ἄ­ψυ­χες μο­νά­δες πα­ρα­γω­γῆς, ὡς οἰκονομικά ἀναλώσιμα μεγέθη.
Εἶ­ναι ὁ­λο­φά­νε­ρο ὅ­τι αὐ­τό πού ἐ­πι­θυ­μοῦν καί ἐ­πι­χει­ροῦν οἱ παγ­κο­σμι­ο­κρά­τες καί τό σύ­στη­μα ἐ­ξου­σί­ας πού ἐ­λέγ­χουν εἶ­ναι νά μᾶς ὁ­δη­γή­σουν ὡς ἀ­γέ­λη στό με­γά­λο παγ­κό­σμιο ἠ­λε­κτρο­νι­κό μαν­τρί. Εἶ­ναι πο­λύ χα­ρα­κτη­ρι­στι­κό, ἄλ­λω­στε, τό σύν­θη­μα τῶν Βρε­τα­νῶν πο­λι­τῶν τό 2010 ἐ­νάν­τια στήν πα­ρα­λα­βή τῆς κάρ­τας τοῦ πο­λί­τη: «δέν θά γί­νου­με σφρα­γι­σμέ­να μο­σχά­ρια στόν σταῦ­λο τῆς παγ­κο­σμι­ο­ποί­η­σης». Αὐ­τόν ἀ­κρι­βῶς τόν σταυ­λι­σμό μας ἐ­πι­δι­ώ­κουν σή­με­ρα. Ἀ­φοῦ μᾶς ἐ­ξαν­δρα­πο­δί­σουν, ἀ­φοῦ μᾶς ἀ­πο­νευ­ρώ­σουν ψυ­χι­κά καί πνευ­μα­τι­κά ἀ­φαι­ρών­τας καί τήν τε­λευ­ταί­α ἰκ­μά­δα ζω­ῆς καί ἐλ­πί­δας μέ­σα μας, τό­τε θά κα­τα­φέ­ρουν νά μᾶς σταυ­λί­σουν σάν σφρα­γι­σμέ­να μο­σχά­ρια, πού θά ἀρ­κοῦν­ται στήν ἐ­ξα­σφά­λι­ση τῆς τρο­φῆς τους καί θά πα­ρά­γουν τά προ­ϊ­όν­τα τους πρός χά­ριν τῶν ἀ­φεν­τι­κῶν τους, στά ὁ­ποῖ­α μά­λι­στα θά εἶ­ναι καί εὐ­γνώ­μο­νες πού τούς πα­ρέ­χουν τά πρός τό ζῆν.
Τό εἶ­χε, ἄλ­λω­στε, δι­α­τυ­πώ­σει τό­σο εὔ­στο­χα καί προ­φη­τι­κά, πο­λύ πρίν, ὁ με­γά­λος Ρῶ­σος ὀρ­θό­δο­ξος συγ­γρα­φέ­ας Φι­ον­τόρ Ντο­στο­γι­έφ­σκυ στόν ἀ­πα­ρά­μιλ­λο μύ­θο του, τόν μύ­θο τοῦ Με­γά­λου Ἱ­ε­ρο­ε­ξε­τα­στῆ: «Καμ­μιά ἐ­πι­στή­μη δέν θά τούς δώ­σει ψω­μί ὅ­σο θά μέ­νουν ἐ­λεύ­θε­ροι, μά στό τέ­λος θάρ­θουν νά κα­τα­θέ­σουν τήν ἐ­λευ­θε­ρί­α τους στά πό­δια μας καί θά μᾶς ποῦν: “Κάν­τε μας σκλά­βους, μά χορ­τᾶστε μας”­­» (Φ. Ντο­στο­γι­έφ­σκυ, Ἀ­δελ­φοί Κα­ρα­μα­ζόβ, ἐκδ. Γκο­βό­στη, τ. Β, σελ. 107).
Δυ­στυ­χῶς, ὅ­μως, ὁ κίν­δυ­νος αὐ­τός πολ­λές φο­ρές παρα­θε­ω­ρεῖ­ται καί ἐ­πι­κρα­τεῖ σέ πολ­λούς ἡ ἄ­πο­ψη ὅ­τι τό ζή­τη­μα τῆς ἠ­λε­κτρο­νι­κῆς πα­ρα­κο­λου­θή­σε­ως, ἐ­λέγ­χου καί πο­δη­γε­τή­σε­ως τῶν ἀν­θρώ­πων, πού ἐ­πι­τυγ­χά­νε­ται μέ τήν ἐ­ξά­πλω­ση τῆς χρή­σε­ως τῶν ποι­κί­λων ἠ­λε­κτρο­νι­κῶν καρ­τῶν καί τοῦ πλα­στι­κοῦ χρή­μα­τος· ὅ­τι τό ζή­τη­μα τῶν ἐ­λευ­θε­ρι­ῶν, πού πε­ρι­στέλ­λον­ται μέ τήν ἀ­χρή­μα­τη κοι­νω­νί­α, εἶ­ναι ἕ­να τε­χνο-οι­κο­νο­μι­κό καί πο­λι­τι­κό ζή­τη­μα καί ὄ­χι θε­ο­λο­γι­κό καί κα­τά συ­νέ­πεια δέν εἶ­ναι μεῖ­ζον γιά τούς χρι­στια­νούς.
Πρό­κει­ται οὐ­σι­α­στι­κά γιά ἕ­να κα­τα­σκευ­α­σμέ­νο δί­λημ­μα καί ἕ­ναν τε­χνη­τό δι­χα­σμό ὡ­σάν νά ἀ­πο­τε­λοῦν δι­α­φο­ρε­τι­κές με­τα­ξύ τους ὀν­τό­τη­τες ὁ χρι­στια­νός ἀ­πό τόν Ἕλ­λη­να πο­λί­τη. Μί­α τέ­τοι­α ἀν­τί­λη­ψη ἀ­κυ­ρώ­νει οὐ­σι­α­στι­κά ὅ­λη τήν ἱ­στο­ρί­α μας καί τήν ἐ­θνι­κή μας πο­ρεί­α, ἀ­κυ­ρώ­νει τούς ἀ­γῶ­νες τοῦ λα­οῦ μας γιά τήν ἐ­λευ­θε­ρί­α καί τήν ἀ­πο­τί­να­ξη τοῦ ξέ­νου ζυ­γοῦ, πού εἶ­χαν γιά σύν­θη­μα καί ἰ­δα­νι­κό τους τό «ἐ­λευ­θε­ρί­α ἤ θά­να­τος» καί ὄ­χι τό «σφά­ξε με ἁ­γά μου ν’ ἁ­γιά­σω». Ἐ­θε­λού­σια ὑ­πα­γω­γή σέ δου­λεί­α δέν νο­εῖ­ται καί δέν ἐ­πι­τρέ­πε­ται. Δέν νο­εῖ­ται καί δέν ἐ­πι­τρέ­πε­ται ἐ­θε­λού­σια ἐκ­χώ­ρη­ση τῆς θε­οσ­δό­του ἐ­λευ­θε­ρί­ας μας.
Ἔ­χει, ἐ­πί­σης, τό ὅ­λο ζή­τη­μα καί ἔν­το­νες ἐ­σχα­το­λο­γι­κές δι­α­στά­σεις, κα­θώς στό βι­βλί­ο τῆς Ἀ­πο­κα­λύ­ψε­ως ἡ δυ­να­τό­τη­τα ἤ ὄ­χι οἰ­κο­νο­μι­κῶν συ­ναλ­λα­γῶν, «ἵ­να μή τις δύ­νη­ται ἀ­γο­ρά­σαι ἢ πω­λῆ­σαι»..., συν­δέ­ε­ται ἄ­με­σα καί ἀ­πο­κλει­στι­κά μέ τήν προ­σκύ­νη­ση τοῦ Ἀν­τι­χρί­στου καί τήν ἄρ­νη­ση τοῦ Χρι­στοῦ.
Δέν εἶ­ναι κα­θό­λου τυ­χαῖ­ο, λοι­πόν, ὅ­τι ὁ Χρι­στός μας συ­ναρ­τᾶ τήν ὁ­μο­λο­γί­α τῆς πί­στε­ως πρός Αὐ­τόν μέ τό θέ­μα τῆς οἰ­κο­νο­μι­κῆς καί βι­ο­λο­γι­κῆς ὑ­πάρ­ξε­ως τοῦ πι­στοῦ. Δέν ἰ­σχυ­ρι­ζό­μα­στε, βε­βαί­ως, ὅ­τι οἱ ἠ­λε­κτρο­νι­κές συ­ναλ­λα­γές ἤ τό πλα­στι­κό χρῆ­μα εἶ­ναι τό σφρά­γι­σμα τοῦ Ἀν­τι­χρί­στου. Εἶ­ναι, ὅ­μως, σα­φῶς μί­α προ­δρο­μι­κή κα­τά­στα­ση μέ ἔν­το­νη τήν ἀ­να­φο­ρά της στά ἔ­σχα­τα.
Ἕ­να ση­μαν­τι­κό στοι­χεῖ­ο, ἄλ­λω­στε, γιά τό ὁ­ποῖ­ο μᾶς μι­λᾶ ἡ Ἀ­πο­κά­λυ­ψη εἶ­ναι ἡ προ­ϊ­οῦ­σα, ἡ στα­δια­κή πο­ρεί­α πρός τά ἔ­σχα­τα τῆς ἱ­στο­ρί­ας. Ὁ Ἀν­τί­χρι­στος, δη­λα­δή, δέν θά ἐμ­φα­νι­σθεῖ καί δέν θά ἑ­δραι­ώ­σει τήν παγ­κό­σμια κυ­ρι­αρ­χί­α του ἐν­τε­λῶς ξαφ­νι­κά ἀ­να­τρέ­πον­τας ἄρ­δην τήν πο­ρεί­α τῆς ἱ­στο­ρί­ας. Ἀν­τί­θε­τα, θά στη­ρι­χθεῖ σέ μί­α δι­α­μορ­φω­μέ­νη ἀ­πό πο­λύ νω­ρί­τε­ρα κα­τά­στα­ση στήν ὁ­ποί­α θά ἔ­χουν ἐ­θι­σθεῖ οἱ ἄν­θρω­ποι ἔ­χον­τας γιά πά­ρα πο­λύ με­γά­λο χρο­νι­κό δι­ά­στη­μα ζή­σει καί δρα­στη­ρι­ο­ποι­η­θεῖ μέ βά­ση τίς συ­νή­θει­ες καί τίς πρα­κτι­κές ἑ­νός συγ­κε­κρι­μέ­νου ἀν­τί­θε­ου τρό­που ζω­ῆς, πού θά φαν­τά­ζει πλέ­ον μο­νό­δρο­μος γιά τόν κα­θέ­να.
Σέ ἕ­ναν τέ­τοι­ο μο­νό­δρο­μο μᾶς εἰ­σά­γει ἡ ἄ­νε­ση, ἡ εὐ­κο­λί­α καί ἡ εὐ­μά­ρεια στήν ὁ­ποί­α ἔ­χου­με ἐ­θι­σθεῖ καί ἀ­πό τήν ὁ­ποί­α δέν δι­α­νο­ού­μα­στε νά ἀ­πεγ­κλω­βι­στοῦ­με. Ἡ ἄ­νε­ση ἀ­σκεῖ μί­α ἰ­δι­ό­μορ­φη βί­α καί ἀ­πο­συν­θέ­τει τήν πνευ­μα­τι­κή μας ὑ­πό­στα­ση ἡ ὁ­ποί­α, ὅ­ταν δέν ἀ­κο­λου­θεῖ τό ὀρ­θό­δο­ξο ἦ­θος τῆς ἀ­σκή­σε­ως, μᾶς ὁ­δη­γεῖ στήν ὑ­πο­δού­λω­ση. Ἡ ἄ­νε­ση, ὅ­πως καί ὁ φό­βος, δη­μι­ουρ­γοῦν ἰ­σχυ­ρή καί δια­ρκή ψυ­χο­λο­γι­κή ἐ­ξάρ­τη­ση στήν ὁ­ποί­α βα­σί­ζον­ται ὅ­λα τά συ­στή­μα­τα ἐ­λέγ­χου τῶν ἀν­θρώ­πων.
Ἀ­πό τήν ἄλ­λη πλευ­ρά, ἐ­ξί­σου κα­τα­λυ­τι­κά καί ψυ­χα­ναγ­κα­στι­κά γιά τήν ὑ­πα­γω­γή μας στό ὅ­λο σύ­στη­μα λει­τουρ­γεῖ ὁ φό­βος ὅ­τι σέ πε­ρί­πτω­ση πού θά ἀν­τι­δρά­σου­με στό σύστημα, ὄ­χι ἁ­πλῶς θά χά­σου­με ὅ­λες τίς εὐ­κο­λί­ες καί τίς ἀ­νέ­σεις πού μᾶς πα­ρέ­χει, ἀλ­λά θά βρε­θοῦ­με ἀ­πο­κομ­μέ­νοι καί ἀ­νύ­παρ­κτοι κοι­νω­νι­κά καί οἰ­κο­νο­μι­κά, ἀ­νί­κα­νοι νά ἐ­ξα­σφα­λί­σου­με τά στοι­χει­ώ­δη γιά τόν βι­ο­πο­ρι­σμό μας, ἀ­κό­μη καί αὐ­τή τήν βι­ο­λο­γι­κή μας ὕ­παρ­ξη.
Ἕ­να ἄλ­λο βα­σι­κό μή­νυ­μα τοῦ ἱ­ε­ροῦ βι­βλί­ου τῆς Ἀ­πο­κα­λύ­ψε­ως εἶ­ναι τό πνεῦ­μα ἐ­γρη­γόρ­σε­ως, νή­ψε­ως καί ἀ­φυ­πνί­σε­ως πού πρέ­πει νά ἔ­χου­με ὡς χρι­στια­νοί καί ἡ ἀν­τί­θε­σή μας στίς δυ­νά­μεις τῆς ἀ­πο­στα­σί­ας καί ἡ ἄρ­νη­ση συ­σχη­μα­τι­σμοῦ μας μέ αὐ­τές. Ἡ μά­χη αὐ­τή τῶν πι­στῶν μέ τίς ἀν­τί­θε­ες δυ­νά­μεις δέν ἀ­φο­ρᾶ ἀ­πο­κλει­στι­κά καί μό­νον τόν ἴ­διο τόν Ἀν­τί­χρι­στο ὡς ἱ­στο­ρι­κό πρό­σω­πο, ὅ­ταν αὐ­τός θά ἔρ­θει καί θά ζή­σει μέ­σα στήν ἱ­στο­ρί­α. Εἶ­ναι ἡ μά­χη ἐ­νάν­τια καί σέ ὅ­λες τίς ἀν­τί­χρι­στες δυ­νά­μεις, τίς προ­δρο­μι­κές τοῦ Ἀν­τι­χρί­στου. «Ἀν­τί­χρι­στοι πολ­λοί γε­γό­να­σι» (Α΄ Ἰ­ω. 2, 18), μᾶς λέ­ει τό Εὐ­αγ­γέ­λιο καί ἡ Ἀ­πο­κά­λυ­ψη κά­νει λό­γο γιά προ­δρό­μους τοῦ Ἀν­τι­χρί­στου. Αὐ­τή ἡ ἀν­τί­θε­η καί ἑ­ω­σφο­ρι­κή παγ­κό­σμια κο­σμο­κρα­το­ρί­α πού δι­α­μορ­φώ­νε­ται στίς μέ­ρες μας εἶ­ναι φα­νε­ρό ὅ­τι δέν εἶ­ναι κα­τά Θε­όν, ἀλ­λά ἀν­τί­θε­τα ἐ­πι­δι­ώ­κει νά ἀλ­λοι­ώ­σει καί νά ἐ­ξο­βε­λί­σει κά­θε τί χρι­στι­α­νι­κό καί ἀ­λη­θι­νό ἀ­πό τήν ζω­ή τῶν ἀν­θρώ­πων.
Εἶ­ναι δε­δο­μέ­νο ὅ­τι ἡ αἰφ­νι­δι­α­στι­κή ἐκ­δή­λω­ση τῆς ση­με­ρι­νῆς τρα­γι­κῆς κρί­σης πού βι­ώ­νου­με εἶ­ναι ἡ ἀ­πο­κο­ρύ­φω­ση μί­ας ὁ­λό­κλη­ρης σει­ρᾶς σχε­δι­α­σμέ­νων καί στο­χευ­μέ­νων με­θό­δων πού ἐ­φαρ­μό­στη­καν τίς τε­λευ­ταῖ­ες δε­κα­ε­τί­ες στήν πα­τρί­δα μας. Ἡ κα­θο­λι­κή, δη­λα­δή, ἀ­πα­ξί­ω­ση τῶν πα­ρα­δό­σε­ων, ἡ ἀ­πο­χρι­στι­α­νο­ποί­η­ση τοῦ κρά­τους καί τῆς κοι­νω­νί­ας μας, ἡ νο­μι­μο­ποί­η­ση τῶν ἠ­θι­κῶν πα­ρε­κτρο­πῶν, ἡ ἐ­πι­χεί­ρη­ση τῆς ἐ­θνι­κῆς καί ἐ­θνο­λο­γι­κῆς μας με­ταλ­λά­ξε­ως, ἡ ἐ­πι­βο­λή τῆς πο­λυ­πο­λι­τι­σμι­κό­τη­τας καί τοῦ συγ­κρη­τι­σμοῦ εἶ­ναι ὅ­λα ὅ­σα προ­η­γή­θη­καν, ὥ­στε νά ἀμ­βλυν­θοῦν οἱ συ­νει­δή­σεις καί νά καμ­φθοῦν οἱ πνευ­μα­τι­κές ἀν­τι­στά­σεις καί τά ἀν­τι­σώ­μα­τα τοῦ λα­οῦ μας.
Εἶ­ναι, ὅ­μως, ἀ­λή­θεια ὅ­τι στά ἀλ­λό­τρια αὐ­τά κε­λεύ­σμα­τα ἔ­χου­με ἐν­δώ­σει ἀ­συγ­χώ­ρη­τα καί ἐ­μεῖς οἱ ἴ­διοι. Πα­γι­δευ­τή­κα­με ἀ­δι­ά­κρι­τα στά ψευ­δο­δι­λήμ­μα­τα τῆς εὐ­η­με­ρί­ας, τῆς ἀ­να­πτύ­ξε­ως, τῆς προ­ό­δου, τῆς ἀ­σφά­λειας. Ἀ­πο­δε­χτή­κα­με αὐ­τά­ρε­σκα τήν εὐ­μά­ρεια, τήν ἄ­νε­ση, τήν πο­λυ­τέ­λεια, τήν εὐ­δαι­μο­νί­α καί τήν ἐ­πί­πλα­στη εὐ­τυ­χί­α πού μᾶς προ­σέ­φε­ραν. Ἐ­πεν­δύ­σα­με στίς εὐ­κο­λες λύ­σεις, στίς εὐ­και­ρί­ες τῆς στιγ­μῆς, στόν γρή­γο­ρο καί ἄ­κο­πο πλου­τι­σμό, στόν τζό­γο. Καί με­τα­τρέ­ψα­με τήν κοι­νω­νί­α καί τήν χώ­ρα μας σέ ἕ­να ἀ­πέ­ραν­το ἀν­ταλ­λα­κτή­ριο στοι­χη­μά­των ἀ­νά­γον­τας τό τζάκ-πότ τοῦ ΛΟΤΤΟ σέ ὕ­ψι­στο ὅ­ρα­μα καί ἐ­πι­δί­ω­ξη. Γί­να­με ὑ­λό­φρο­νες καί εὐ­δαι­μο­νι­στές καί θέ­σα­με τόν οἰ­κο­νο­μι­κό πα­ρά­γον­τα, τήν οἰ­κο­νο­μι­κή εὐ­η­με­ρί­α ὡς τήν μό­νη ἐ­να­σχό­λη­ση, τήν ἀ­πό­λυ­τη προ­τε­ραι­ό­τη­τα στήν ζω­ή μας.
Χά­σα­με τήν αἴ­σθη­ση τοῦ μέ­τρου στήν ζω­ή, στίς ἀ­πο­λαύ­σεις, στίς δρα­στη­ρι­ό­τη­τες, στίς ἐκ­δη­λώ­σεις, στίς ἐ­πι­δι­ώ­ξεις, στά κέρ­δη. Ξε­χά­σα­με τήν πα­ρά­δο­σή μας, ξε­χά­σα­με τήν πί­στη μας, ξε­χά­σα­με τήν πα­τρί­δα μας, τήν Ἑλ­λά­δα μας! Για­τί, ὅ­πως μᾶς λέ­ει ὁ Κόν­το­γλου: «Ὅ­ποι­ος με­τρᾶ τήν εὐ­τυ­χί­α καί τήν χα­ρά τῆς ζω­ῆς μέ τά χον­τρο­ει­δῆ μέ­τρα τῆς ὑ­λι­κῆς κα­λο­πέ­ρα­σης, δέν θά κα­τα­λά­βει τί­πο­τα ἀ­π’ τήν Ἑλ­λά­δα».
Βι­ώ­νον­τας αὐ­τή τήν τό­σο τρα­γι­κή καί ὀ­δυ­νη­ρή πραγ­μα­τι­κό­τη­τα, εἶ­ναι κα­τε­πεί­γου­σα ἀ­νάγ­κη, σύν Θε­ῷ, διά πρε­σβει­ῶν τῆς Κυ­ρί­ας ἡ­μῶν Θε­ο­τό­κου, κα­θώς καί τῶν Πρω­το­κο­ρυ­φαί­ων Ἀ­πο­στό­λων Πέ­τρου καί Παύ­λου καί πάν­των τῶν Ἁ­γί­ων Ἀ­πο­στό­λων, τῶν ὁ­ποί­ων τήν μνή­μη τι­μοῦ­με αὐ­τές τίς μέ­ρες καί ἦ­ταν αὐ­τοί πού με­τέ­φε­ραν σέ ὅ­λο τόν κό­σμο, ἀλ­λά καί στήν πα­τρί­δα μας, τό σω­τη­ρι­ῶ­δες μή­νυ­μα τοῦ Εὐ­αγ­γε­λί­ου, εἶ­ναι κα­τε­πεί­γου­σα ἀ­νάγ­κη γιά τόν ἐ­πα­νευ­αγ­γε­λι­σμό καί τήν ἀ­νά­νη­ψή μας, γιά τήν ὑ­παρ­ξια­κή με­τά­νοι­ά μας ὥ­στε νά ἑλ­κύ­σου­με τήν χά­ρη καί τόν ἁ­για­σμό τοῦ Θε­οῦ. Εἶ­ναι κα­τε­πεί­γου­σα ἀ­νάγ­κη νά βροῦ­με τήν δύ­να­μη καί τό κου­ρά­γιο νά ἀν­τι­τα­χθοῦ­με, νά ἀν­τι­δρά­σου­με, νά ἀν­τι­στα­θοῦ­με γεν­ναῖ­α, νά ἀ­να­νε­ώ­σου­με καί πά­λι τίς ἀ­πο­φά­σεις μας καί νά μεί­νου­με ἀ­με­τα­κί­νη­τοι στίς πα­τρο­γο­νι­κές μας ρί­ζες. Νά ἐ­πι­στρέ­ψου­με στόν πα­τρο­πα­ρά­δο­το τρό­πο ζω­ῆς, στήν κο­πι­α­στι­κή καί ἔν­τι­μη ἐρ­γα­σί­α, στόν λι­τό καί ὀ­λι­γαρ­κή βί­ο, στήν εὐ­συ­νει­δη­σί­α καί τήν ἀ­κε­ραι­ό­τη­τα ἀ­πέ­ναν­τι στούς συ­ναν­θρώ­πους μας, στούς συμ­πο­λί­τες μας, στήν κοι­νω­νί­α καί τήν πο­λι­τεί­α. Νά ἐ­πι­στρέ­ψου­με στά στα­ρά­τα λό­για, τήν ντομ­προ­σύ­νη καί τήν εἰ­λι­κρί­νεια τῶν σχέ­σε­ων, στήν συμ­φω­νί­α κυ­ρί­ων, στίς ἀ­λη­θι­νές φι­λί­ες, στά κα­θα­ρά μά­τια, στό φι­λό­τι­μο καί τήν ἀν­δρει­ο­σύ­νη, τόν πό­θο γιά τήν ἐ­λευ­θε­ρί­α καί τήν ἀ­λη­θι­νή δη­μο­κρα­τί­α.
Μό­νον ἔ­τσι θά εἴ­μα­στε σω­στοί καί εὐ­συ­νεί­δη­τοι πο­λί­τες ἐκ­πλη­ρώ­νον­τας τίς ὑ­πο­χρε­ώ­σεις μας πρός τό κρά­τος. Μό­νον ἔ­τσι κα­τα­πο­λε­μᾶ­ται ἡ δι­α­φθο­ρά, πού τό­σο μᾶς ἔ­χει κα­τα­κλύ­σει, ἡ ἐγ­κλη­μα­τι­κό­τη­τα, ἡ φο­ρο­δι­α­φυ­γή καί τό­σες ἄλ­λες νο­ση­ρές κα­τα­στά­σεις, πού ὑ­πο­τί­θε­ται ὅ­τι θά ἀν­τι­με­τω­πι­σθοῦν μέ τήν κα­θι­έ­ρω­ση τῆς ἀ­χρή­μα­της κοι­νω­νί­ας.
Στίς με­θό­δους, λοι­πόν, καί τίς πρα­κτι­κές συ­νή­θει­ες τῆς ἀ­χρή­μα­της κοι­νω­νί­α θά πρέ­πει μέ κά­θε τρό­πο νά ἀρ­νη­θοῦ­με νά εἰ­σέλ­θου­με. Νά ἀ­πο­φεύ­γου­με μέ κά­θε τρό­πο τήν χρή­ση τῶν ποι­κί­λων ἠ­λε­κτρο­νι­κῶν καρ­τῶν καί τῶν ἠ­λε­κτρο­νι­κῶν συ­ναλ­λα­γῶν καί νά προ­τι­μοῦ­με τίς πα­ρα­δο­σια­κές με­θό­δους συ­ναλ­λα­γῶν. Νά βρον­το­φω­νά­ξου­με ἕ­να με­γά­λο ΟΧΙ στήν ἀ­χρή­μα­τη κοι­νω­νί­α· ΟΧΙ στούς ὀ­λι­σθη­ρούς μο­νο­δρό­μους χω­ρίς ἐ­πι­στρο­φή· ΟΧΙ στόν σταυ­λι­σμό μας στό παγ­κό­σμιο ἠ­λε­κτρο­νι­κό μαν­τρί· ΟΧΙ στίς με­θο­δεῖ­ες τῆς Νέ­ας Ἐ­πο­χῆς καί τῆς Παγ­κο­σμι­ο­πο­ή­σης· ΟΧΙ στούς ἐκ­βια­σμούς τῶν δι­ε­θνῶν κερ­δο­σκό­πων καί το­κο­γλύ­φων ἀ­να­το­λῆς καί δύ­σε­ως καί τούς πέ­ραν τοῦ ἀ­τλαν­τι­κοῦ.
Γνω­ρί­ζου­με ὅ­τι εἴ­μα­στε «ἔ­θνος ἀ­νά­δελ­φο» εἶ­ναι ὅ­μως ἀ­πο­λύ­τως βέ­βαι­ο ὅ­τι ἡ Οἰ­κου­με­νι­κή Ὀρ­θό­δο­ξη πί­στη μας καί μέ­σῳ αὐ­τῆς ὁ οἰ­κου­με­νι­κός Ἑλ­λη­νι­κός πο­λι­τι­σμός μας, ἡ πνευ­μα­τι­κή καί ἐ­θνι­κή κα­τα­γω­γή μας, ξε­περ­νοῦν κά­θε παγ­κο­σμι­ο­ποί­η­ση καί νέ­α Ἐ­πο­χή. Ἀ­πο­τε­λοῦν τή Μο­να­δι­κή Ἐ­πο­χή στήν ἱ­στο­ρί­α τῆς ἀν­θρω­πό­τη­τας, πού εἶ­ναι καί Πα­λαι­ά καί Νέ­α καί Μέλ­λου­σα καί Παν­το­τι­νή, για­τί εἶ­ναι ἡ Ἐ­πο­χή τῆς Ἀ­λή­θειας τοῦ Ἁγίου Τρι­α­δι­κοῦ Θε­οῦ μας.

Ἄς κρα­τή­σου­με ζων­τα­νή τήν ἐλ­πί­δα στίς καρ­δι­ές μας, ἄς ἔ­χου­με ἀ­κλό­νη­τη ἐμ­πι­στο­σύ­νη στόν γλυ­κύ­τα­το Κύ­ριό μας καί Σω­τή­ρα μας Ἰ­η­σοῦ Χρι­στό, ὁ Ὁ­ποῖ­ος ὅ­λα μπο­ρεῖ νά τά δι­ορ­θώ­σει καί νά τά ἀ­να­τρέ­ψει καί νά εἴ­μα­στε σί­γου­ροι ὅ­τι θά τά δι­ορ­θώ­σει καί θά τά ἀ­να­τρέ­ψει. Ὁ κό­σμος λέ­γει ὅ­τι ἡ ἐλ­πί­δα πε­θαί­νει τε­λευ­ταί­α. Ἀ­δελ­φοί, ἡ δι­κή μας Ἐλ­πί­δα εἶ­ναι ὁ Χρι­στός καί ἡ ἐλ­πί­δα αὐ­τή δέν πε­θαί­νει πο­τέ! 


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου