Τετάρτη 17 Δεκεμβρίου 2014

Ἁγιορεῖτες Πατέρες: οἱ σύγχρονοι ἁγιορεῖτες μοναχοὶ δὲν ἀκολουθοῦμε τὴν γραμμὴ τῶν προκατόχων μας


Ἐλ­πί­ζου­με καὶ εὐχόμαστε ἡ προ­σπά­θει­ά μας αὐ­τή, ἡ ὁποία γίνεται χωρὶς καμμία ἰδιοτέλεια ἢ σκοπιμότητα νὰ εὕ­ρει εὐ­ή­κο­α τὰ ὦ­τα τῶν ἁ­γί­ων Κα­θη­γου­μέ­νων μας καὶ τῶν Γε­ρόν­των μας, ὥ­στε ―πα­ρα­δειγ­μα­τι­ζό­με­νοι ἀ­πὸ τὸ ὀρ­θό­δο­ξο-μαρ­τυ­ρι­κὸ φρό­νη­μα καὶ τὴν ὀρ­θό­δο­ξη-ἁ­γι­ο­πα­τε­ρι­κὴ στά­ση τοῦ Ἁ­γί­ου Ὄ­ρους κα­τὰ τὸ ἀ­πώ­τε­ρο καὶ νε­ώ­τε­ρο πα­ρελ­θόν― οἱ ἐ­πι­κε­φα­λεῖς τῆς ἁ­γι­ο­ρεί­τι­κης Μο­να­στι­κῆς Πο­λι­τεί­ας μας, νὰ τε­θοῦν καὶ πά­λι τα­γοὶ τῶν Ἁ­γι­ο­ρει­τῶν ἀλ­λὰ καὶ ὁ­λο­κλή­ρου τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας μας.  
Δέσποτα Κύριε Ἰησοῦ Χριστὲ ὁ Θεός ἡμῶν, ἡ αὐτοαλήθεια καὶ ἡ αἰώνιος πηγὴ ἀληθείας, διὰ πρεσβειῶν τῆς Ὑπεράγνου Κυρίας ἡμῶν Θεοτόκου καὶ ἀειπαρθένου Μαρίας, τοῦ ὁσίου πατρὸς ἡμῶν Ἀθανασίου τοῦ Ἀθωνίτου, τοῦ ἁγίου ὁσιομάρτυρος Κοσμᾶ τοῦ «πρώτου» καὶ πάντων τῶν ὁμολογητῶν καὶ μαρτύρων, τῶν ὑπὲρ τῆς πίστεως ἐπὶ Βέκκου ἐν τῷ Ἁγιωνύμῳ  Ὄρει μαρτυρησάντων, κράτησον καὶ ἡμᾶς τοὺς ἐλαχίστους ἐρηρεισμένους
εἰς τὴν ἀποστολοπαράδοτον πίστιν καὶ ἀξίωσον νὰ τηρήσωμεν ταύτην ἀκαινοτό-
μητον καὶ ἀπαρασάλευτον δίδοντες καθ’ ἡμέραν τὴν πεπαρρησια-
σμένην ὁμολογίαν καὶ μαρτυρίαν τῆς Πίστεως. Ἀμήν.



Θεί­ᾳ χά­ρι­τι καὶ οἰ­κο­νο­μί­ᾳ Θε­οῦ ἔ­φθα­σε στὰ χέ­ρι­α μας, ὡς εὐ­λο­γί­α Του, τὸ ἠ­λε­κτρο­νι­κὸ ἀρ­χεῖ­ο τῆς μα­χη­τι­κῆς ―καὶ ἀ­δι­α­λεί­πτως εὑ­ρι­σκο­μέ­νης ἐ­πὶ τῶν ἐ­πάλ­ξε­ων τοῦ ἀν­τι­πα­πι­κοῦ καὶ ἀν­τι­οι­κου­με­νι­στι­κοῦ ἀ­γῶ­νος― ἐ­φη­με­ρί­δος «Ὀρ­θό­δο­ξος Τύ­πος», εἰς τὸ ὁ­ποῖ­ο πε­ρι­λαμ­βά­νον­ται τὰ ἀ­πὸ τοῦ 1961 ἕ­ως τοῦ 2011 ἐκ­δο­θέν­τα φύλ­λα της.
Μέ­σα στὶς χι­λι­ά­δες τῶν σε­λί­δων τοῦ ἀρ­χεί­ου ―καὶ με­τα­ξὺ πολ­λῶν ἄλ­λων ἐ­ξαι­ρε­τι­κῶς κα­λῶν καὶ ἐν­δι­α­φε­ρόν­των δη­μο­σι­ευ­μά­των― δη­μο­σι­εύ­ον­ται πλεῖ­στα ὅ­σα ὁ­μο­λο­γι­α­κὰ τῆς Ὀρ­θο­δό­ξου Πί­στε­ώς μας κεί­με­να, ὑ­πο­γρα­φό­με­να ὑ­πὸ τῆς Ἱ­ε­ρο­κοι­νο­τι­κῆς Συ­νά­ξε­ως τοῦ Ἁ­γί­ου Ὄ­ρους, ἁ­γι­ο­ρεί­τι­κων Ἱ­ε­ρῶν Μο­νῶν, ἁ­γί­ων Κα­θη­γου­μέ­νων καὶ Γε­ρόν­των, ἁ­γί­ων καὶ με­γά­λων μορ­φῶν τοῦ ἁ­γι­ο­ρεί­τι­κου Μο­να­χι­σμοῦ δι­α­λαμ­ψάν­των κα­τὰ τὰ τε­λευ­ταῖ­α πε­νῆν­τα χρό­νι­α, ἀλ­λὰ καὶ συν­τα­ρα­κτι­κὲς ἐκ­κλη­σι­α­στι­κὲς εἰ­δή­σεις ἐ­πο­χῆς.
Καὶ ὡς εὐ­λο­γί­α Θε­οῦ ἐ­κλαμ­βά­νου­με αὐ­τὸ τὸ σπου­δαῖ­ο ἀρ­χεῖ­ο, ποὺ ἀ­πο­τε­λεῖ ση­μαν­τι­κὸ βο­ή­θη­μα καὶ ἐρ­γα­λεῖ­ο καὶ ἐ­φό­δι­ο στὸν ἀν­τι­οι­κου­με­νι­στι­κὸ ἀ­γῶ­να, δι­ό­τι μᾶς δό­θη­κε ἡ εὐ­και­ρί­α νὰ θυ­μη­θοῦ­με οἱ πα­λαι­ό­τε­ροι καὶ νὰ γνω­ρί­σου­με οἱ νε­ώ­τε­ροι τὴν ὁ­μο­λο­γι­α­κὴ καὶ ἀ­γω­νι­στι­κὴ ἁ­γι­ο­ρεί­τι­κη στά­ση ἔ­ναν­τι τῶν πα­ναι­ρέ­σε­ων τοῦ Πα­πι­σμοῦ καὶ τοῦ Οἰ­κου­με­νι­σμοῦ ἀλ­λὰ καὶ τῶν αἱ­ρε­τι­κῶν πα­ρε­κτρο­πῶν ἐν­τὸς τῆς Ὀρ­θο­δό­ξου Ἐκ­κλη­σί­ας μας, ἀ­κό­μη καὶ τῶν κο­ρυ­φῶν αὐ­τῆς.
Πράγ­μα­τι, μέ­σα στὰ κεί­με­να αὐ­τὰ ἀ­πο­κα­λύ­πτε­ται τὸ ρω­μα­λέ­ο ὀρ­θό­δο­ξο φρό­νη­μα τοῦ Ἁ­γί­ου Ὄ­ρους, ὅ­πως αὐ­τὸ δη­μο­σί­ως ἀ­συμ­βί­βα­στο καὶ μα­χη­τι­κὸ ἐκ­δη­λώ­θη­κε με­τὰ τὴν ἄρ­ση τῶν ἀ­να­θε­μά­των με­τα­ξὺ τῆς Ὀρ­θο­δο­ξί­ας καὶ τῆς πα­πι­κῆς Αἱ­ρέ­σε­ως ἀ­πὸ τὸν Οἰ­κου­με­νι­κὸ Πα­τρι­άρ­χη Ἀ­θη­να­γό­ρα καὶ τὸν Πά­πα Παῦλο ΣΤ΄ τὸ 1965. Ἀλ­λὰ καὶ δυ­να­μι­κὰ ἀ­να­δει­κνύ­ε­ται ἡ πνευ­μα­τι­κὴ καὶ ἱ­στο­ρι­κὴ συ­νέ­χει­α τοῦ ἁ­γι­ο­ρεί­τι­κου Μο­να­χι­σμοῦ, ἀ­πὸ τοὺς ἁ­γί­ους καὶ ὁ­σί­ους Μο­να­χοὺς ποὺ κα­τὰ και­ροὺς ἐ­δι­ώ­χθη­καν, φυ­λα­κί­σθη­καν, βα­σα­νί­σθη­καν καὶ ἐ­μαρ­τύ­ρη­σαν, ὑ­πε­ρα­σπι­ζό­με­νοι τὴν Ἐκ­κλη­σί­α τοῦ Χρι­στοῦ καὶ τὴν Ὀρ­θό­δο­ξο Πί­στη μας, ἰ­δι­αι­τέ­ρως ἐ­πὶ τοῦ αὐ­το­κρά­το­ρος Μιχαὴλ Η΄ Πα­λαι­ο­λό­γου (1259-1282) καὶ Πα­τρι­άρ­χου Ἰ­ω­άν­νου Βέκ­κου (1275-1283), ἐ­πὶ τοῦ Πα­τρι­άρ­χου Ἰ­ω­άν­νου Κα­λέ­κα (1334-1347) κ.ἄ.
Ἡ ὁ­μο­λο­γι­α­κὴ μαρ­τυ­ρί­α καὶ ὁ στα­θε­ρὸς ἀν­τι­αι­ρε­τι­κὸς ἀ­γώ­νας τῶν Ἱ­ε­ρῶν Μο­νῶν τοῦ Ἁ­γί­ου Ὄ­ρους καὶ τῶν ἁ­γι­ο­ρει­τῶν Μο­να­χῶν, ὅ­πως μὲ τό­ση ἐ­νάρ­γει­α καὶ γλα­φυ­ρό­τη­τα ―ὡς Χρο­νι­κὸ αὐ­τοῦ τοῦ ἀ­γῶ­νος― ζων­τα­νεύ­ουν στὶς σε­λί­δες τοῦ «Ὀρ­θο­δό­ξου Τύ­που», μᾶς συ­νε­κλό­νι­σαν, μᾶς συ­νε­τά­ρα­ξαν, μᾶς ἀ­να­στά­τω­σαν, μᾶς προ­βλη­μά­τι­σαν, μᾶς δι­ή­γει­ραν τὸ ἐν­δι­α­φέ­ρον καὶ κρα­ταί­ω­σαν τὴν ἀ­πο­φα­σι­στι­κό­τη­τά μας. Ἤρ­θα­με, ἔτσι, σὲ συ­ναί­σθη­ση καὶ ἀ­να­λο­γι­σθή­κα­με, ἀ­πὸ τὴν μί­α με­ρι­ὰ τὴν ἐ­πο­ποι­ΐ­α αὐ­τοῦ τοῦ πο­λύ­χρο­νου ἀ­γῶ­νος καὶ ἀ­πὸ τὴν ἄλ­λη δι­α­πι­στώ­νου­με τὴ ση­με­ρι­νὴ ἀ­φω­νί­α καὶ ἀ­δρά­νει­α καὶ ἀ­πρα­ξί­α τοῦ Ἁ­γί­ου Ὄ­ρους.
Τὰ καινοφανῆ καὶ ἀντορθόδοξα οἰκουμενιστικὰ ἀτοπήματα τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου Ἀθηναγόρα καὶ τοῦ διαδόχου του Πατριάρχου Δημητρίου ―τῶν δε­κα­ε­τι­ῶν 1960-1980― προκάλεσαν πραγματικὴ ἐξέγερση στὸ Ἅγιον Ὄρος, ἡ ὁ­ποί­α ἔ­φθα­σε ἕ­ως καὶ τὴν πο­λυ­ε­τῆ δι­α­κο­πὴ τῆς μνη­μο­νεύ­σε­ώς τους, ὅ­πως ὁ­ρί­ζουν ἡ δι­δα­σκα­λί­α τῶν ἁ­γί­ων καὶ θε­ο­φό­ρων Πα­τέ­ρων μας, οἱ θε­ό­πνευ­στοι ἱ­ε­ροὶ Κα­νό­νες καὶ ἡ ἀ­πα­ρα­σά­λευ­τος ἱ­ε­ρὰ Πα­ρά­δο­ση τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας μας.
Ἀνάλογα ἀτοπήματα, ἀντιεκκλησιαστικὰ καὶ ἀντορθόδοξα, πραγματοποιοῦνται καὶ στὶς ἡμέρες μας καὶ μάλιστα κατὰ συρροήν ἀπὸ τὸν Οἰκουμενικὸ Πατριάρχη κ. Βαρθολομαῖο, ὁ ὁποῖος συνεχίζει συνειδητὰ καὶ συστηματικὰ τὴν ἀκολουθούμενη τακτικὴ τῶν προκατόχων του. Δυστυχῶς, ὅμως, ἐμεῖς οἱ σύγχρονοι ἁγιορεῖτες μοναχοὶ δὲν ἀκολουθοῦμε τὴν γραμμὴ τῶν προκατόχων μας. Δὲν ἀκολουθοῦμε τὴν πορεία τῶν Ἁγίων μας, τῶν μαρτύρων, τῶν ὁμολογητῶν τῆς πίστεως καὶ τῶν ἁγιασμένων καὶ σεβασμίων Γερόντων μας. Ἀντιθέτως σιωποῦμε καὶ κωφεύουμε, ἀδρανοῦμε καὶ ἐφησυχάζουμε ἐπιδεικνύοντας μία συμπεριφορὰ παντελῶς ξένη καὶ ἀντίθετη πρὸς τὰ μοναχικὰ εἰωθότα καὶ τὶς παρακαταθῆκες τῶν Ἁγίων Πατέρων καὶ Γεροντάδων μας.
Αὐ­τὸς ὁ συγ­κλο­νι­σμός μας, μᾶς ὁ­δή­γη­σε στὴν ἀ­πό­φα­ση νὰ ἀν­τλή­σου­με τὴν θε­ο­λο­γι­κὴ καὶ ἐκ­κλη­σι­ο­λο­γι­κὴ ἐ­πι­χει­ρη­μα­το­λο­γί­α, τὴν ἀ­πο­φα­σι­στι­κό­τη­τα καὶ τὴν μα­χη­τι­κό­τη­τα ποὺ κα­τέ­γρα­ψαν σὲ αὐ­τὰ τὰ κεί­με­να καὶ ἀ­νέ­πτυ­ξαν ἐ­νερ­γών­τας κα­τὰ τῆς ἐ­πι­βου­λῆς καὶ ἐ­πι­βο­λῆς τῆς αἱ­ρέ­σε­ως ἡ Σύ­να­ξη τῆς Ἱ­ε­ρᾶς Κοι­νό­τη­τος τοῦ Ἁ­γί­ου Ὄ­ρους, οἱ Ἱ­ε­ρὲς Μο­νές, οἱ ἅ­γι­οι Κα­θη­γού­με­νοι καὶ Γέ­ρον­τες, οἱ ἁ­γι­ο­ρεῖ­τες Μο­να­χοί. Τά ἀ­να­δη­μο­σι­εύου­με ἐδῶ ὡς πα­ρα­κί­νη­ση καὶ πρό­σκλη­ση καὶ σάλ­πι­σμα πρὸς τὴν ἁ­γι­ο­ρεί­τι­κη Μο­να­στι­κὴ Πο­λι­τεί­α σή­με­ρα εἰς τὸν ὑ­πὲρ τῆς ἀ­κε­ραι­ό­τη­τος τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας τοῦ Χρι­στοῦ καὶ ὑ­πὲρ τῆς αὐ­θεν­τι­κό­τη­τος τῆς Ὀρ­θο­δό­ξου Πί­στε­ώς μας ἀ­γῶ­να, ὡς ἀ­πα­ρά­μιλ­λα ὅ­πλα καὶ ἀ­νε­ξάν­τλη­τα ἐ­φό­δι­α αὐ­τοῦ τοῦ ἀ­γῶ­νος στὴ ση­με­ρι­νὴ ἀπειλή τοῦ ἐ­κλα­τι­νι­σμοῦ, τοῦ ἐ­ξου­νι­τι­σμοῦ καί τῆς συγκρητιστικῆς διαβρώσεως τῆς Ἁ­γί­ας Ὀρ­θο­δο­ξί­ας μας.

Στὴν προσπάθεια αὐτή, ἄλλωστε, μᾶς καλεῖ καὶ ἡ προτροπὴ τοῦ Ὑπομνήματος ποὺ συνέταξε ἡ ἐπὶ τῶν Δογματικῶν Ἱεροκοινοτικὴ Ἐπιτροπή:
 «Ὁ πι­στὸς Ὀρ­θό­δο­ξος λα­ὸς ἔ­χει ὑ­πο­χρέ­ω­σι νὰ δι­α­τη­ρῇ γρη­γο­ροῦ­σα ἐκ­κλη­σι­α­στι­κὴ συ­νεί­δη­σι καὶ δογ­μα­τι­κὴ εὐ­αι­σθη­σί­α, ἰ­δί­ως οἱ Μο­να­χοί, οἱ ὁ­ποῖ­οι ἀ­πὸ τὴν φύ­σι τῆς μο­να­χι­κῆς μας κλή­σε­ως ἔ­χου­με αὐ­ξη­μέ­νη εὐ­αι­σθη­σί­α γιὰ τὴν ἀ­κε­ραι­ό­τη­τα τῆς Ὀρ­θο­δό­ξου Πί­στε­ως καὶ τῆς ἐκ­κλη­σι­α­στι­κῆς Πα­ρα­δό­σε­ως, ἐ­φ’ ὅ­σον ‟ἔρ­γον Μο­να­χοῦ τὸ μη­δὲ τὸ τυ­χὸν ἀ­νέ­χε­σθαι και­νο­το­μεῖ­σθαι τὸ Εὐ­αγ­γέ­λιον”». Ἡ κα­λὴ αὐ­τὴ ἀ­νη­συ­χί­α ση­μαί­νει τὴν ἐ­πα­γρύ­πνη­σι ἀ­πέ­ναν­τι σὲ κά­θε νε­ω­τε­ρι­στι­κὴ γνώ­μη ἢ ἐ­νέρ­γεια, ποὺ δὲν εἶ­ναι σύμ­φω­νη πρὸς τὴν εὐ­σέ­βεια τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας (Ἐφ. 4, 14). Αὐ­τὴ εἶ­ναι ἡ λει­τουρ­γί­α τοῦ ὑ­γιοῦς ἐκ­κλη­σι­α­στι­κοῦ αἰ­σθη­τη­ρί­ου καὶ κρι­τη­ρί­ου, ὅ­πως τὸ βε­βαι­ώ­νει ἡ μα­κραί­ωνη Πα­ρά­δο­σις τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας καὶ τὸ το­νί­ζει μὲ πολ­λὴ ἔμ­φα­σι ἡ Πα­τρι­αρ­χι­κὴ Ἐγ­κύ­κλιος τοῦ 1848.
Ὁ λα­ός, τὸ σῶ­μα τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας, πράγ­μα­τι  «ἐ­θέ­λει τὸ θρή­σκευ­μα αὐ­τοῦ αἰ­ω­νί­ως ἀ­με­τά­βλη­τον καὶ ὁ­μο­ει­δές τῷ τῶν πα­τέ­ρων αὐ­τοῦ», γι’ αὐ­τὸ «πα­ρ’ ἡ­μῖν οὔ­τε Πα­τριά­ρχαι οὔ­τε σύ­νο­δοι ἐ­δυ­νή­θη­σάν πο­τε εἰ­σα­γα­γεῖν νέ­α» (Ὑπόμνημα Ἁγίου Ὄρους, περὶ τῆς συμμετοχῆς τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας στὸ Παγκόσμιο Συμβούλιο Ἐκκλησιῶν, Ἅγιον Ὄρος, Φεβρουάριος 2007, http://www.impantokratoros.gr/EAFE2AB9.el.aspx).
Στὸ πα­ρὸν τεῦ­χος συμ­πε­ρι­λαμ­βά­νου­με καί­ρι­α καὶ χα­ρα­κτη­ρι­στι­κὰ ἀ­πο­σπά­σμα­τα αὐ­τῶν τῶν κει­μέ­νων, ποὺ ἡ ση­μα­σί­α καὶ ἡ σπου­δαι­ό­τη­τά τους τὰ κα­θι­στοῦν ἀ­στα­σί­α­στα καὶ ἀ­πα­ρα­σά­λευ­τα ση­μεῖ­α ἀ­να­φο­ρᾶς τῆς ἐ­πι­χει­ρη­μα­το­λο­γί­ας καὶ τῆς δι­ε­ξα­γω­γῆς τοῦ ἀ­γῶ­νος, ὅπως καί κάποια ἀκόμη πολὺ κατατοπιστικὰ ἄρθρα.
Προ­σευ­χό­μα­στε εἰς τὸν Κύ­ρι­ο καὶ Θε­ό μας Ἰ­η­σοῦ Χρι­στὸ δι­ὰ πρε­σβει­ῶν τῆς Κυρίας μας Θε­ο­τό­κου, ποὺ σκε­πά­ζει καὶ προ­στα­τεύ­ει τὸ Πε­ρι­βό­λι της, καὶ δι’ εὐ­χῶν τῶν ἁ­γί­ων Πα­τέ­ρων καὶ ὁ­σί­ων Ἁ­γι­ο­ρει­τῶν, νὰ οἰ­κο­νο­μή­σει τὴν προ­σπά­θει­ά μας. Ἐλ­πί­ζου­με ―μὲ τὴν βο­ή­θει­α κα­λῶν ἀ­δελ­φῶν ποὺ ἀναλαμβάνουν τὴν δαπάνη τῆς ἐκδόσεως― νὰ κυ­κλο­φο­ρή­σει αὐ­τὸ τὸ τεῦ­χος εὐ­ρέ­ως, τό­σο ἐν­τὸς ὅ­σο καὶ ἐ­κτὸς τοῦ Ἁ­γί­ου Ὄ­ρους.
Ἐλ­πί­ζου­με καὶ εὐχόμαστε ἡ προ­σπά­θει­ά μας αὐ­τή, ἡ ὁποία γίνεται χωρὶς καμμία ἰδιοτέλεια ἢ σκοπιμότητα νὰ εὕ­ρει εὐ­ή­κο­α τὰ ὦ­τα τῶν ἁ­γί­ων Κα­θη­γου­μέ­νων μας καὶ τῶν Γε­ρόν­των μας, ὥ­στε ―πα­ρα­δειγ­μα­τι­ζό­με­νοι ἀ­πὸ τὸ ὀρ­θό­δο­ξο-μαρ­τυ­ρι­κὸ φρό­νη­μα καὶ τὴν ὀρ­θό­δο­ξη-ἁ­γι­ο­πα­τε­ρι­κὴ στά­ση τοῦ Ἁ­γί­ου Ὄ­ρους κα­τὰ τὸ ἀ­πώ­τε­ρο καὶ νε­ώ­τε­ρο πα­ρελ­θόν― οἱ ἐ­πι­κε­φα­λεῖς τῆς ἁ­γι­ο­ρεί­τι­κης Μο­να­στι­κῆς Πο­λι­τεί­ας μας, νὰ τε­θοῦν καὶ πά­λι τα­γοὶ τῶν Ἁ­γι­ο­ρει­τῶν ἀλ­λὰ καὶ ὁ­λο­κλή­ρου τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας μας.
Ἡ ἡγετικὴ παρουσία καὶ μαρτυρία τοῦ Ἁγίου Ὄρους γίνεται ἀκόμη πιὸ ἀναγκαία στοὺς συγ­χρό­νους καιροὺς τῆς παγκοσμιοποιήσεως, τῆς Νέας Ἐποχῆς, τῶν πα­ναι­ρέ­σε­ων τοῦ ἀ­λα­ζο­νι­κοῦ Πα­πι­σμοῦ καὶ τοῦ συγ­κρη­τι­στι­κοῦ Οἰ­κου­με­νι­σμοῦ, ποὺ ἀ­κά­θε­κτες προ­ε­λαύ­νουν καὶ μὲ γε­ω­με­τρι­κὴ πρό­ο­δο ἁ­λώ­νουν χω­ρὶς οὐ­σι­α­στι­κὴ ἀν­τί­στα­ση τὸ ἕ­να με­τὰ τὸ ἄλ­λο τὰ προ­πύρ­γι­α καὶ τὰ κά­στρα τῆς Ἁ­γί­ας Ὀρ­θο­δο­ξί­ας μας, τὰ ταμ­πού­ρι­α καὶ τοὺς προ­μα­χῶ­νες τῆς Ρω­μη­ο­σύ­νης μας!­.­..

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου