Τρίτη 11 Νοεμβρίου 2014

Επιστολή του καθηγητή Δ.Τσελεγγίδη για τον Δι­με­ρῆ Θε­ο­λο­γι­κό Δι­ά­λο­γο Ὀρ­θο­δό­ξων καί Ρω­μαι­ο­κα­θο­λι­κῶν, στό Ἀμ­μάν τῆς Ἰ­ορ­δα­νί­ας (15-19 Σεπτεμβρίου 2014).


ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ
ΘΕΟΛΟΓΙΚΗ ΣΧΟΛΗ
ΤΜΗΜΑ ΘΕΟΛΟΓΙΑΣ
ΤΟΜΕΑΣ ΔΟΓΜΑΤΙΚΗΣ ΘΕΟΛΟΓΙΑΣ
ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ: ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ Ι. ΤΣΕΛΕΓΓΙΔΗΣ
541 24 ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ
Τηλ. Γραφ. 2310-996-957, Οικ. 2310-342-938
                                                                                 Θεσ­σα­λο­νί­κη 1-10-2014

                                                                           Πρός
                                                                           τήν Ἱ­ε­ρά Σύ­νο­δο
                                                                           τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας τῆς Ἑλ­λά­δος
                                                                           Ἰ. Γεν­να­δί­ου 14
                                                                           11521 Α­ΘΗ­ΝΑ


Κοι­νο­ποί­η­ση: Σέ ὅ­λους τούς Ἱ­ε­ράρ­χες
                      τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας τῆς Ἑλ­λά­δος


Μα­κα­ρι­ώ­τα­τε Ἅ­γι­ε Πρό­ε­δρε
Σε­βα­σμι­ώ­τα­τοι Ἅ­γιοι Ἀρ­χι­ε­ρεῖς,

Γιά ἄλ­λη μιά φο­ρά, ὡς Πα­νε­πι­στη­μια­κός Κα­θη­γη­τής τῆς Δογ­μα­τι­κῆς Θε­ο­λο­γί­ας τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας, θά ἤ­θε­λα νά ἀ­πευ­θυν­θῶ εὐ­λα­βῶς πρός Ἐ­σᾶς, ὡς τήν Ἀ­νω­τά­τη Δι­οί­κη­ση τῆς το­πι­κῆς Ἐκ­κλη­σί­ας μας, γιά ἕ­να σο­βα­ρό­τα­το ἐκ­κλη­σι­ο­λο­γι­κό θέ­μα.
Συγ­κε­κρι­μέ­να, πρίν λί­γες ἡ­μέ­ρες, ζή­τη­σα νά ἐ­νη­με­ρω­θῶ ἀ­πό κά­ποι­ους γνω­στούς μου Ἐ­πι­σκό­πους γιά τόν Δι­με­ρῆ Θε­ο­λο­γι­κό Δι­ά­λο­γο Ὀρ­θο­δό­ξων καί Ρω­μαι­ο­κα­θο­λι­κῶν, στό Ἀμ­μάν τῆς Ἰ­ορ­δα­νί­ας (15-19 Σε­πτεμ­βρί­ου 2014). Εἰ­δι­κό­τε­ρα, ἐ­ρώ­τη­σα νά μά­θω, ἄν ἡ Ἐκ­κλη­σί­α τῆς Ἑλ­λά­δος συ­ζή­τη­σε ἐν Συ­νό­δῳ καί ἔ­λα­βε κά­ποι­α ἀ­πό­φα­ση γιά τόν ἐν λό­γῳ Θε­ο­λο­γι­κό Δι­ά­λο­γο. Καί, πα­ρά τό γε­γο­νός ὅ­τι οἱ τρεῖς ἀ­πό τούς Ἐ­πι­σκό­πους αὐ­τούς ἦ­ταν Συ­νο­δι­κοί, μοῦ ἀ­πάν­τη­σαν πώς δέν ἐ­γνώ­ρι­ζαν τί­πο­τε γιά τό πε­ρι­ε­χό­με­νο αὐ­τοῦ τοῦ Θε­ο­λο­γι­κοῦ Δι­α­λό­γου.
Τό ἴ­διο, ἀ­κρι­βῶς, συ­νέ­βη καί μέ τήν ἐ­ρώ­τη­σή μου σχε­τι­κά μέ τήν Δι­ά­σκε­ψη τῶν Ἀν­τι­προ­σώ­πων ὅ­λων τῶν το­πι­κῶν Ὀρ­θο­δό­ξων Ἐκ­κλη­σι­ῶν στό Σαμ­πε­ζύ τῆς Ἐλ­βε­τί­ας. Οἱ Ἐ­πί­σκο­ποι τῆς Ἑλ­λα­δι­κῆς Ἐκ­κλη­σί­ας –καί μά­λι­στα Συ­νο­δι­κοί- ἀ­γνοῦ­σαν οὐ­σι­α­στι­κά τό πε­ρι­ε­χό­με­νο αὐ­τοῦ τοῦ Θε­ο­λο­γι­κοῦ Δι­α­λό­γου.
Καί, ἐ­νῶ ἡ Γ΄ Προ­συ­νο­δι­κή Πα­νορ­θό­δο­ξη Δι­ά­σκε­ψη (21-28 Νο­εμ­βρί­ου 1976) ἀ­πε­φά­σι­σε, ὅ­τι «ἡ κα­τά τήν δι­ε­ξα­γω­γήν τῶν Θε­ο­λο­γι­κῶν Δι­α­λό­γων ἀ­κο­λου­θού­με­νη με­θο­δο­λο­γί­α… προ­ϋ­πο­θέ­τει τήν σχε­τι­κήν πλη­ρο­φό­ρη­σιν τοῦ πλη­ρώ­μα­τος τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας ἐ­πί τῶν δι­α­φό­ρων ἐ­ξε­λί­ξε­ων τῶν Δι­α­λό­γων», δέν ὑ­πάρ­χει στήν πρά­ξη, ἡ «σχε­τι­κή πλη­ρο­φό­ρη­σις» οὔ­τε κἄν στά μέ­λη τῆς Ἱ­ε­ρᾶς Συ­νό­δου τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας μας.
Ὡς γνω­στόν, στούς Θε­ο­λο­γι­κούς Δι­α­λό­γους συ­ζη­τῶν­ται σο­βα­ρό­τα­τα θέ­μα­τα πί­στε­ως καί ζω­ῆς τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας. Πῶς, λοι­πόν, εἶ­ναι ἐ­πι­τρε­πτό τά θέ­μα­τα αὐ­τά νά θε­ω­ροῦν­ται «ἀ­πόρ­ρη­τα» καί γι’ αὐ­τό ἀ­προ­σπέ­λα­στα στά πλέ­ον ἁρ­μό­δια πρό­σω­πα τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας, πού εἶ­ναι οἱ Ἐ­πί­σκο­ποι στό σύ­νο­λό τους; Γι΄ αὐ­τό, κά­θε πι­στός μέ αἴ­σθη­ση εὐ­θύ­νης γιά τήν ἐκ­κλη­σι­α­στι­κή ζω­ή, εὔ­λο­γα δι­ε­ρω­τᾶ­ται, για­τί κά­ποι­οι, προ­φα­νῶς ἠ­θε­λη­μέ­να, κρα­τοῦν τούς Ἀρ­χι­ε­ρεῖς μας σέ ἄ­γνοι­α καί για­τί δέν ἐν­δι­α­φέ­ρον­ται γιά τήν Συ­νο­δι­κή ἐ­νη­μέ­ρω­ση καί ἀ­πό­φα­σή τους, γιά τό­σο σο­βα­ρά θέ­μα­τα, πού ἀ­φο­ροῦν τήν σύ­νο­λη Ἐκ­κλη­σί­α; Ὡ­στό­σο, βέ­βαι­α, ἡ ἀ­κρι­βής γνώ­ση τοῦ πε­ρι­ε­χο­μέ­νου τῶν Θε­ο­λο­γι­κῶν Δι­α­λό­γων, ὅ­πως καί ἡ με­τά­δο­ση τῆς γνώ­σε­ως αὐ­τῆς στό πλή­ρω­μα τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας, εἶ­ναι δι­καί­ω­μα ἀλ­λά καί ὑ­πο­χρέ­ω­ση ὅ­λων τῶν Ἐ­πι­σκό­πων.  
Καί σέ προ­γε­νέ­στε­ρη ἐ­πι­στο­λή μου (5-10-2009) -μέ ἀ­νά­λο­γη ἀ­φορ­μή- ὑ­πεν­θύ­μι­σα, ὅ­τι ἡ Κα­νο­νι­κή τά­ξη τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας ἐ­πι­βάλ­λει: α) Νά γνω­στο­ποι­εῖ­ται τό θέ­μα τοῦ Θε­ο­λο­γι­κοῦ Δι­α­λό­γου στούς σε­πτούς Ἱ­ε­ράρ­χες μας. β) Νά τί­θε­ται ­τό θέ­μα -ἐ­ξαι­τί­ας τῆς με­γά­λης θε­ο­λο­γι­κῆς ση­μα­σί­ας του- στήν Ἱ­ε­ρά Σύ­νο­δο τῆς Ἱ­ε­ραρ­χί­ας τῆς Ἑλ­λά­δος, προ­κει­μέ­νου νά συ­ζη­τη­θεῖ μέ βά­ση τόν ὑ­πάρ­χον­τα σχε­δια­σμό (Προ­σχέ­διο Κοι­νοῦ Κει­μέ­νου) τῆ­ς ἁρ­μό­διας Ἐ­πι­τρο­πῆς, νά το­πο­θε­τη­θεῖ ἐ­π' αὐ­τοῦ ἡ Ἱ­ε­ραρ­χί­α καί νά ἐκ­δώ­σει τή Συ­νο­δι­κή Πρό­τα­σή της. γ) Ὁ Ἀν­τι­πρό­σω­πος τῆς Ἑλ­λα­δι­κῆς Ἐκ­κλη­σί­ας νά με­τα­φέ­ρει τή Συ­νο­δι­κή Πρό­τα­ση στόν Θε­ο­λο­γι­κό Δι­ά­λο­γο, καί νά κι­νη­θεῖ καί ὁ ἴ­διος ἐν­τός τῶν ὁ­ρί­ων τῆς Προ­τά­σε­ως.
Ἐ­πι­προ­σθέ­τως, θά ἦ­ταν ἐκ­κλη­σι­ο­λο­γι­κῶ­ς ἐν­δε­δειγ­μέ­νο, τό Κοι­νό Κεί­με­νο, πού ἐν­δε­χο­μέ­νως θά προ­κύ­ψει ἀ­πό τή Μι­κτή Δι­ε­θνῆ Ἐ­πι­τρο­πή, νά τε­θεῖ στήν κρί­ση τῆς ὅ­λης Ἱ­ε­ραρ­χί­ας μας. Καί στή συ­νέ­χεια, ἡ ἐ­π’ ­αὐ­τοῦ Συ­νο­δι­κή ἀ­πό­φαν­σή της νά ἀ­πο­στα­λεῖ στό Συν­το­νι­στι­κό Κέν­τρο τῆς ὅ­λης Ἐκ­κλη­σί­ας, στό Οἰ­κου­με­νι­κό Πα­τρι­αρ­χεῖ­ο.
Τα­πει­νῶς, φρο­νῶ ὅ­τι αὐ­τή εἶ­ναι ἡ ὀρ­θή ἐκ­κλη­σι­ο­λο­γι­κή ἀν­τι­με­τώ­πι­ση τοῦ συγ­κε­κρι­μέ­νου αὐ­τοῦ θέ­μα­τος, στήν πρά­ξη. Μό­νον ἔ­τσι, φα­νε­ρώ­νε­ται μέ πλή­ρη δι­α­φά­νεια ἡ λει­τουρ­γί­α τοῦ ἁ­γι­ο­πνευ­μα­τι­κοῦ Συ­νο­δι­κοῦ θε­σμοῦ τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας.
Ὅ­μως, δυ­στυ­χῶς, πο­τέ τά θέ­μα­τα τῶν δέ­κα ἕ­ως τώ­ρα Συ­νε­λεύ­σε­ων τῆς Μι­κτῆς Δι­ε­θνοῦς Ἐ­πι­τρο­πῆς γιά τόν Θε­ο­λο­γι­κό Δι­ά­λο­γο δέν τέ­θη­καν ὑ­πό­ψη τοῦ σώ­μα­τος τῆς Ἱ­ε­ραρ­χί­ας τῆ­ς Ἐκ­κλη­σί­ας τῆς Ἑλ­λά­δος, προ­κει­μέ­νου οἱ Ἱ­ε­ράρ­χες μας νά πά­ρουν θέ­ση στά θέ­μα­τα αὐ­τά, Συ­νο­δι­κῶς. Κα­τά συ­νέ­πεια, πο­τέ ὁ Ἀν­τι­πρό­σω­πος τῆς Ἑλ­λα­δι­κῆς Ἐκ­κλη­σί­ας, πού με­τεῖ­χε στίς Συ­νε­λεύ­σεις τῆς Μι­κτῆς Δι­ε­θνοῦς Ἐ­πι­τρο­πῆς, δέν εἶ­χε στά χέ­ρια του τήν Συ­νο­δι­κή ἀ­πό­φα­ση τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας του, τήν ὁ­ποί­α ὑ­πο­τί­θε­ται ὅ­τι ὑ­πο­στή­ρι­ζε καί κα­τέ­θε­τε. Ἀλ­λά, ἄν ἔ­τσι ἔ­χουν τά πράγ­μα­τα καί οἱ Ἀρ­χι­ε­ρεῖς μας βρί­σκον­ται σέ ἄ­γνοι­α γιά ὅ­σα ἔ­γι­ναν, πῶς δι­α­κη­ρύσ­σε­ται ὅ­τι ὁ Θε­ο­λο­γι­κός Δι­ά­λο­γος δι­ε­νερ­γεῖ­ται ὄ­χι μέ τίς ἐ­νέρ­γει­ες ὁ­ρι­σμέ­νων προ­σώ­πων ἤ Ἐκ­κλη­σι­ῶν, ἀλ­λά μέ ἀ­πο­φά­σεις ὅ­λων ἀ­νε­ξαι­ρέ­τως τῶν κα­τά τό­πους αὐ­το­κε­φά­λων καί αὐ­το­νό­μων Ἐκ­κλη­σι­ῶν;

Καί, ἀ­φοῦ πρίν πέν­τε χρό­νια ἡ Ἱ­ε­ραρ­χί­α τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας μας πῆ­ρε ἀ­πό­φα­ση, ὁ Ἀν­τι­πρό­σω­πός της νά ἐ­νη­με­ρώ­νει τήν Ἱ­ε­ρά Σύ­νο­δο καί νά παίρ­νει τή σχε­τι­κή Συ­νο­δι­κή Ἀ­πό­φα­ση κα­τά τή με­τά­βα­σή του στή Συ­νέ­λευ­ση τῆς Μι­κτῆς Δι­ε­θνοῦς Ἐ­πι­τρο­πῆς, για­τί οἱ Συ­νο­δι­κοί Ἀρ­χι­ε­ρεῖς -πα­ρά ταῦ­τα- κρα­τῶν­ται σέ ἄ­γνοι­α;
Μή­πως, ὅ­μως, τό ἴ­διο ἀ­κρι­βῶς δέν συμ­βαί­νει καί μέ τίς Προ­συ­νο­δι­κές Πα­νορ­θό­δο­ξες Δι­α­σκέ­ψεις, καί στήν προ­κει­μέ­νη πε­ρί­πτω­ση μέ τήν πραγ­μα­το­ποι­ου­μέ­νη αὐ­τές τίς ἡ­μέ­ρες Δι­ά­σκε­ψη στό Σαμ­πε­ζύ, ὅ­που προ­ε­τοι­μά­ζον­ται θε­ο­λο­γι­κά καί ἐκ­κλη­σι­ο­λο­γι­κά θέ­μα­τα, πού θά ἀ­πα­σχο­λή­σουν τή μέλ­λου­σα νά συ­νέλ­θει τό 2016 Ἁ­γί­α καί Με­γά­λη Σύ­νο­δο τῆς Ὀρ­θο­δο­ξί­ας;
Ἀλ­λά, καί με­τά τήν Προ­συ­νο­δι­κή Δι­ά­σκε­ψη τῶν Ἀν­τι­προ­σώ­πων τῶν Ὀρ­θο­δό­ξων Ἐκ­κλη­σι­ῶν στό Σαμ­πε­ζύ, σί­γου­ρα θά ἀ­κο­λου­θή­σουν καί ἄλ­λες πα­ρό­μοι­ες, μέ­χρι τήν τε­λι­κή σύγ­κλη­ση τῆς Ἁ­γί­ας καί Με­γά­λης Συ­νό­δου, τό 2016. Ἐ­ξαι­τί­ας, ὅ­μως, τῆς κο­ρυ­φαί­ας ση­μα­σί­ας τῶν ἀ­πο­φάν­σε­ών της, εἶ­ναι ἐ­πι­βε­βλη­μέ­νο οἱ­ Ἀρ­χι­ε­ρεῖς μας νά γνω­ρί­ζουν τήν ὅ­λη ἐ­ξέ­λι­ξη τῆς θε­μα­το­λο­γί­ας, πού θά ἀ­πα­σχο­λή­σει τήν Με­γά­λη αὐ­τή Σύ­νο­δο, προ­κει­μέ­νου νά δι­α­μορ­φώ­σουν τήν ἁρ­μό­ζου­σα, ὑ­πεύ­θυ­νη, θέ­ση τους. Ἄλ­λω­στε, μό­νο μέ αὐ­τές τίς προ­ϋ­πο­θέ­σεις μπο­ρεῖ νά ἐκ­φρα­στεῖ ἡ δέ­ου­σα Συ­νο­δι­κή Δι­α­γνώ­μη καί νά ἐ­πι­δο­θεῖ στήν Ἀν­τι­προ­σω­πεί­α τῆς το­πι­κῆς Ἐκ­κλη­σί­ας μας, γιά τά πε­ραι­τέ­ρω.

Μα­κα­ρι­ώ­τα­τε καί Ἅ­γιοι Ἀρ­χι­ε­ρεῖς,
Με­τά ἀ­πό ὅ­σα εἶ­πα ἕ­ως ἐ­δῶ, ἔρ­χο­μαι στόν κύ­ριο λό­γο, πού μέ ὤ­θη­σε νά γρά­ψω αὐ­τήν την ἐ­πι­στο­λή. Κα­ταρ­χήν, ἡ πρό­θε­σή μου δέν εἶ­ναι νά μεμ­φθῶ κα­νέ­ναν, ἀλ­λά νά ἐκ­φρά­σω τήν ἀ­νη­συ­χί­α καί τόν προ­βλη­μα­τι­σμό μου, ὡς ἁ­πλοῦ πι­στοῦ καί ὡς κα­θη­γη­τοῦ τῆς Θε­ο­λο­γί­ας τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας, γιά τόν κίν­δυ­νο πού βλέ­πω νά δι­α­γρά­φε­ται, σα­φῶς, μέ τήν ἀ­πό­κλι­ση ἀ­πό τήν ἁ­γι­ο­πνευ­μα­τι­κή λει­τουρ­γί­α τῆς Συ­νο­δι­κό­τη­τας τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας.
Ἔ­χω τήν γνώ­μη, ὅ­τι οἱ ἐ­νερ­γοῦν­τες μέ τίς πα­ρα­πά­νω ἐ­σφαλ­μέ­νες ἐκ­κλη­σι­ο­λο­γι­κῶς πρα­κτι­κές, δέν ἐκ­φρά­ζουν τήν ταυ­τό­τη­τα τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας μας. Ἀν­τί­θε­τα, μά­λι­στα, δι­ο­λι­σθαί­νουν -ἀ­νε­πι­γνώ­στως, ἴ­σως- πρός τόν Πα­πι­σμό. Καί, γιά νά γί­νω σα­φέ­στε­ρος, ἐ­πι­τρέψ­τε μου, νά σᾶς ἐκ­θέ­σω τίς ἐ­π’ αὐ­τοῦ θε­ο­λο­γι­κές ἀ­πό­ψεις μου, μέ κά­θε συν­το­μί­α.
Ὁ Πα­πι­σμός -πρω­το­γε­νῶς- προ­έ­κυ­ψε, ὡς συ­νέ­πεια τῆς κα­κο­δο­ξί­ας του γιά τόν τρό­πο τῆς ὑ­πο­στα­τι­κῆς ὑ­πάρ­ξε­ως τοῦ Ἁ­γί­ου Πνεύ­μα­τος. Κα­τά συ­νέ­πεια, εἶ­ναι μί­α νε­ώ­τε­ρη Πνευ­μα­το­λο­γι­κή αἵ­ρε­ση. Συγ­κε­κρι­μέ­να, οἱ Δυ­τι­κοί ἔ­κα­ναν σύγ­χυ­ση τῆς Θε­ο­λο­γί­ας (ἀ­ΐ­δι­ες σχέ­σεις) καί Οἰ­κο­νο­μί­ας (φα­νέ­ρω­ση τοῦ Θε­οῦ στόν κό­σμο καί τήν Ἱ­στο­ρί­α). Ἡ σύγ­χυ­ση, ὅ­μως, αὐ­τή προ­έ­κυ­ψε, ὅ­ταν οἱ Δυ­τι­κοί ὑ­πο­βάθ­μι­σαν στήν ἐκ­κλη­σι­α­στι­κή ζω­ή τους τήν χα­ρι­σμα­τι­κή πα­ρου­σί­α τοῦ Ἁ­γί­ου Πνεύ­μα­τος. Βέ­βαι­α, στήν ὑ­πο­βάθ­μι­ση αὐ­τή προσ­δι­ο­ρι­στι­κή ση­μα­σί­α εἶ­χε ἡ ἐκ­κο­σμί­κευ­ση καί ἡ ἁ­μαρ­τω­λή ζω­ή, μέ τήν προ­ω­θη­τι­κή δύ­να­μη τοῦ ἐ­γω­κεν­τρι­σμοῦ. Ἔ­τσι, ὁ­δη­γή­θη­καν ἀ­να­πό­φευ­κτα καί στήν υἱ­ο­θέ­τη­ση τοῦ κο­σμι­κοῦ θε­σμι­κοῦ προ­τύ­που τοῦ ἱ­στο­ρι­κοῦ πε­ρι­βάλ­λον­τός τους καί δό­μη­σαν πυ­ρα­μι­δο­ει­δῶς τή Δυ­τι­κή Ἐκ­κλη­σί­α, συρ­ρι­κνώ­νον­τας καί πε­ρι­θω­ρι­ο­ποι­ών­τας τόν ἁ­γι­ο­πνευ­μα­τι­κό θε­σμό τῆς Συ­νο­δι­κό­τη­τας, ἡ ὁ­ποί­α προ­σκρού­ει εὐ­θέ­ως στόν ἐ­γω­κεν­τρι­σμό τοῦ ἑ­κά­στο­τε Πρώ­του. Καί ἱ­στο­ρι­κά, ὅ­μως, πι­στο­ποι­εῖ­ται, ὅ­τι πρῶ­τα ὑ­πο­βαθ­μί­ζε­ται στήν ἐκ­κλη­σι­α­στι­κή ζω­ή ἡ χα­ρι­σμα­τι­κή πα­ρου­σί­α καί λει­τουρ­γί­α τοῦ Ἁ­γί­ου Πνεύ­μα­τος καί κα­τό­πιν δο­μεῖ­ται, θε­σμι­κά ἐ­σφαλ­μέ­νως, ἡ Ἐκ­κλη­σί­α. Μέ ἄλ­λα λό­για, ἡ συρ­ρί­κνω­ση τῆς ἁ­γι­ο­πνευ­μα­τι­κῆς λει­τουρ­γί­ας τῆς Συ­νο­δι­κό­τη­τας τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας πα­ρα­πέμ­πει ἱ­στο­ρι­κά στόν θε­σμό τοῦ Πα­πι­σμοῦ, μέ τή κο­ρύ­φω­σή του στό κα­κῶς νο­ού­με­νο Πρω­τεῖ­ο καί τό ἐ­πηρ­μέ­νο Ἀ­λά­θη­το τοῦ Πά­πα, ὁ ὁ­ποῖ­ος ἔ­θε­σε ἑ­αυ­τόν ὑ­πε­ρά­νω καί τῶν Οἰ­κου­με­νι­κῶν Συ­νό­δων, πρᾶγ­μα πού συ­νι­στᾶ ἀλ­λο­τρι­ω­μέ­νη θε­σμι­κή ἔκ­φρα­ση «ἐκ­κλη­σι­α­στι­κοῦ» τύ­φου, ὁ ὁ­ποῖ­ος, κα­τά τόν Ἅ­γιο Γρη­γό­ριο τόν Πα­λα­μᾶ, εἶ­ναι «τό μό­νον πά­θος ἀ­νί­α­τον» (Λό­γος ἀ­πο­δει­κτι­κός, Πε­ρί ἐκ­πο­ρεύ­σε­ως τοῦ Ἁ­γί­ου Πνεύ­μα­τος, Λό­γος δεύ­τε­ρος, 2).
Με­τά ἀ­πό τά πα­ρα­πά­νω, νο­μί­ζω, ὅ­τι εὔ­λο­γα δι­ε­ρω­τᾶ­ται κά­θε ἐκ­κλη­σι­α­στι­κά εὐ­αι­σθη­το­ποι­η­μέ­νος πι­στός, μή­πως μέ τήν ἀ­κο­λου­θού­με­νη τά τε­λευ­ταῖ­α χρό­νια με­θο­δο­λο­γί­α -ἡ ὁ­ποί­α συρ­ρι­κνώ­νει συ­στη­μα­τι­κά τήν ἁ­γι­ο­πνευ­μα­τι­κή λει­τουρ­γί­α τῆς Συ­νο­δι­κό­τη­τας- κά­ποι­ος ἐ­πι­δι­ώ­κει νά τε­θεῖ ἐ­πά­νω ἀ­πό ὅ­λους τούς Ἐ­πι­σκό­πους καί τε­λι­κά ἐ­πά­νω ἀ­π’ ὅ­λη τήν Ἐκ­κλη­σί­α. Μή­πως, ὅ­μως, μέ τόν τρό­πο αὐ­τό «κυ­ο­φο­ρεῖ­ται» καί μιά κά­ποι­α μορ­φή Πα­πι­σμοῦ στό χῶ­ρο τῆς Ὀρ­θό­δο­ξης Ἐκ­κλη­σί­ας ἤ μή­πως δι­ο­λι­σθαί­νου­με κι’ ὅ­λας -πρα­κτι­κῶς- πά­νω στίς ρά­γες τοῦ Πα­πι­σμοῦ; Καί τό λέ­γω αὐ­τό, για­τί ἡ ὑ­πο­βάθ­μι­ση τῆς ἁ­γι­ο­πνευ­μα­τι­κῆς λει­τουρ­γί­ας τῆς Συ­νο­δι­κό­τη­τας τό λι­γό­τε­ρο πού κά­νει εἶ­ναι νά «κυ­ο­φο­ρεῖ» τίς προ­ϋ­πο­θέ­σεις τῆς «γεν­νή­σε­ως» τῆς ἀρ­ρώ­στιας τοῦ Πα­πι­σμοῦ στήν Ἐκ­κλη­σί­α μας.
Βέ­βαι­α, ἡ κα­τά­στα­ση αὐ­τή εἶ­ναι γνω­στή στούς «πα­ροι­κοῦν­τας» στήν Ἱ­ε­ρου­σα­λήμ. Ἤ­δη ἀ­πό πο­λύ και­ρό, Ἀρ­χι­ε­ρεῖς μας δη­λώ­νουν ἐμ­πό­νως τήν δυ­σφο­ρί­α τους, τήν ἁ­γί­α ὀρ­γή καί τήν ἱ­ε­ρή ἀ­γά­νά­κτη­σή τους -σέ στε­νό κύ­κλο τους- ὅ­τι δέν λει­τουρ­γεῖ ὀρ­θά, δυ­στυ­χῶς, τό Συ­νο­δι­κό Σύ­στη­μα τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας μας, ὅ­ταν πρό­κει­ται γιά τά οὐ­σι­ώ­δη θέ­μα­τά Της.

Ἅ­γιοι Ἀρ­χι­ε­ρεῖς,
Ἐ­δῶ, δέν πρό­κει­ται γιά κά­ποι­ο θέ­μα νο­μι­κῆς ἤ Κα­τα­στα­τι­κῆς ἁ­πλῶς τά­ξε­ως, ἀλ­λά γιά πρό­σκρου­ση σέ ἁ­γι­ο­πνευ­μα­τι­κή λει­τουρ­γί­α, ἀ­φοῦ ὁ Τρι­α­δι­κός Θε­ός ἔ­τσι εὐ­δό­κη­σε, συ­νο­δι­κῶς, νά ἐκ­φρά­ζε­ται θε­σμι­κά ἡ Ἐκ­κλη­σί­α Του.
Ἀ­π’ ὅ­σα, λέ­χθη­καν πα­ρα­πά­νω, ἕ­να εἶ­ναι ἀ­πο­λύ­τως σα­φές, ὅ­τι ὑ­πάρ­χει «ἔλ­λειμ­μα» Συ­νο­δι­κό­τη­τας. Αὐ­τό, πρα­κτι­κῶς, ση­μαί­νει ἔλ­λει­ψη βι­ώ­σε­ως τῆς χα­ρι­σμα­τι­κῆς πα­ρου­σί­ας τοῦ Ἁ­γί­ου Πνεύ­μα­τος ἀ­πό κά­ποι­ους ἐκ­φρα­στές τῶν θε­σμῶν τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας, καί στήν συγ­κε­κρι­μέ­νη πε­ρί­πτω­ση τοῦ ἁ­γι­ο­πνευ­μα­τι­κοῦ θε­σμοῦ τῆς Συ­νο­δι­κό­τη­τας.
Ἡ Συ­νο­δι­κό­τη­τα, ὡς ἁ­γι­ο­πνευ­μα­τι­κή λει­τουρ­γί­α τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας, ἐγ­γυᾶ­ται τήν χα­ρι­σμα­τι­κή πα­ρου­σί­α τοῦ Ἁ­γί­ου Πνεύ­μα­τος ἐ­ξί­σου σέ ὅ­λους τούς Ἐ­πι­σκό­πους, ἐ­φό­σον αὐ­τοί εἶ­ναι «ἑ­πό­με­νοι τοῖς ἁ­γί­οις Πα­τρά­σιν». Ἄλ­λω­στε, ἡ Συ­νο­δι­κό­τη­τα -καί ὡς θε­σμι­κή ἔκ­φρα­ση τῆς τα­πει­νώ­σε­ως τῶν Ἐ­πι­σκό­πων-  ἑλ­κύ­ει τήν θεί­α Χά­ρη τοῦ Ἁ­γί­ου Πνεύ­μα­τος, τό ὁ­ποῖ­ο, ὡς Πνεῦ­μα τῆς Ἀ­λη­θεί­ας, φω­τί­ζει καί κα­τευ­θύ­νει διά τῶν Ἐ­πι­σκό­πων τήν Ἐκ­κλη­σί­α «εἰς πᾶ­σαν τήν ἀ­λή­θειαν» (Ἰ­ω. 16,13).
Πῶς, ὅ­μως, θά πα­ρα­σχε­θοῦν οἱ ἐγ­γυ­ή­σεις γιά τήν ἁ­γι­ο­πνευ­μα­τι­κή ἔκ­φρα­ση τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας, ἄν συρ­ρι­κνώ­νε­ται ἤ ἀ­δρα­νεῖ -σέ κο­ρυ­φαῖ­α θε­ο­λο­γι­κά θέ­μα­τα- ἡ ἁ­γι­ο­πνευ­μα­τι­κή λει­τουρ­γί­α τῆς Συ­νο­δι­κό­τη­τας τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας;
Μέ ὅ­σα, ἐν συν­το­μί­ᾳ ἔ­γρα­ψα, ἀ­πευ­θύ­νο­μαι πρός Ἐ­σᾶς Ἅ­γιοι Ἀρ­χι­ε­ρεῖς μας, γιά νά Σᾶς ἐκ­φρά­σω τίς ἐκ­κλη­σι­α­στι­κοῦ χα­ρα­κτῆ­ρα ἀ­νη­συ­χί­ες μου καί πα­ράλ­λη­λα νά θέ­σω ὑ­πό­ψη Σας μιά συ­νο­πτι­κή θε­ο­λο­γι­κή ἀ­πο­τί­μη­σή μου γιά τή με­θο­δο­λο­γί­α τῶν Θε­ο­λο­γι­κῶν Δι­α­λό­γων καί τήν ἐκ­κλη­σι­ο­λο­γι­κή ση­μα­σί­α, πού ἔ­χει ἡ πρω­το­γε­νής Συ­νο­δι­κή κά­λυ­ψή τους.

Μέ βα­θύ­τα­το σε­βα­σμό
υἱ­ι­κῶς ἀ­σπά­ζο­μαι τήν δε­ξιά Σας

Δη­μή­τριος Τσε­λεγ­γί­δης
Κα­θη­γη­τής τῆς Θε­ο­λο­γι­κῆς Σχο­λῆς
τοῦ Ἀ­ρι­στο­τε­λεί­ου Πα­νε­πι­στη­μί­ου Θεσ­σα­λο­νί­κης



Δεν υπάρχουν σχόλια:

* -Υπογράψτε την Ομολογία Πίστεως Εδώ - Διαβάστε τα πορίσματα της Ημερίδας « ‘’Πρωτεῖο’’, Συνοδικότης καί Ἑνότης τῆς Ἐκκλησίας» - Δείτε το χαιρετισμό του Αρχ. Αναστασίου Μετεωτίτου

LinkWithin

Related Posts with Thumbnails