Ο Πατριάρχης ευλογεί από κοινού με τον Πάπα στην παπική λειτουργία στο Βατικανό τον Ιούνιο του 2008
Ακούγεται το επιχείρημα ότι η Εκκλησία πάντοτε διαλεγόταν με τους αιρετικούς. Το ζήτημα, όμως, είναι ο τρόπος με τον οποίο η Εκκλησία διαλέγεται με τους αιρετικούς και τα όρια που πρέπει να τίθενται σε αυτόν τον διάλογο.
Αυτό που θα πρέπει να εξετάσουμε κατ' αρχήν είναι ο σκοπός για τον οποίο η Εκκλησία ανά τους αιώνες ερχόταν σε διάλογο με τους αιρετικούς, ο οποίος δεν ήταν άλλος, από το να τους επαναφέρει στους κόλπους Της διδάσκοντάς τους την ορθή διδασκαλία της πίστεώς μας και να τους υποδείξει τα σημεία στα οποία σφάλλουν.
Η οικουμενιστική τακτική του Οικουμενικού Πατριαρχείου κατά τον 20ο αιώνα (και ιδιαίτερα στο δεύτερο μισό του αιώνος) ανέτρεψαν την εκκλησιολογική τάξη και παράδοση της Ορθοδόξου Εκκλησίας μας. Κορυφαίος θεμελιωτής αυτής της ανατροπής υπήρξε ο Οικουμενικός Πατριάρχης Αθηναγόρας, τα οικουμενιστικά ανοίγματα του οποίου σημάδεψαν την μετέπειτα πορεία της οικουμενικής κινήσεως. Η πολιτική Αθηναγόρα ακολουθείται απαρέγκλιτα και σήμερα συνεχίζοντας την εκκλησιολογική εκτροπή από την ορθόδοξη παράδοση.
Ποτέ στο παρελθόν σκοπός του διαλόγου με τους αιρετικούς δεν τέθηκε η«επανένωση των Εκκλησιών» και αυτό για τον απλούστατο λόγο ότι η Εκκλησία ποτέ δεν χωρίσθηκε.
«Δεν υπήρξε ποτέ διαίρεσις της Εκκλησίας, και δεν είναι δυνατόν να υπάρξη, πλην υπήρξε και θα υπάρξη έκπτωσις εκ της Εκκλησίας, κατά τον τρόπον, που πίπτουν τα ξερά και άγονα κλήματα από την Θεανθρωπίνην και αιωνίως Ζώσαν Άμπελον, που είναι ο Κύριος Ιησούς Χριστός (Ιω. 13,16)» ( Αρχιμ. Ι ου στίνου Ποποβιτς,«Δογματική της Ορθοδόξου Εκκλησίας», (Γαλλική μετάφραση) Τόμος 4ος, σελ. 181, Lausanne 1995 - Αναδημοσιεύτηκε στον «Ορθόδοξο Τύπο» στις 29/6/2007http://www.egolpio.com/PAPISMOS/popovits.htm).
Ποτέ άλλοτε στο παρελθόν η Εκκλησία δεν προσήλθε στον διάλογο με τους αιρετικούς με την αλήθεια ως ζητούμενο, όπως γίνεται σήμερα, αλλά ως γνήσιος και μοναδικός φορέας αυτής της αληθείας.
Ποτέ άλλοτε στο παρελθόν η Εκκλησία δεν απώλεσε την αυτοσυνειδησία Της ως της «Μίας, Αγίας, Καθολικής και Αποστολικής Εκκλησίας», δεν την υπέβαλε σε συσχετισμούς και σε λογικές ισορροπιών και πλειοψηφιών η δεν την περιόρισε στα ψιλά γράμματα των υποσημειώσεων, όπως στο τελευταίο κείμενο της Ραβέννας η της Θ Γε νι κΖς Συνελεύσεως του Π.Σ.Ε. στο Porto Alegre όπου συναποδεχθήκαμε ότι «Ομολογούμε Μία, Αγία, Καθολική και Αποστολική Εκκλησία, όπως αυτή ορίζεται από το σύμβολο Νικαίας-Κων/πολης (381). Κάθε εκκλησία (σημ. που συμμετέχει στο Π.Σ.Ε.) είναι η Εκκλησία καθολική και όχι απλά ένα μέρος της. Κάθε εκκλησία είναι η Εκκλησία καθολική, αλλά όχι στην ολότητά της. Κάθε εκκλησία εκπληρώνει την καθολικότητά της όταν είναι σε κοινωνία με τις άλλες εκκλησίες»( !) (Porto Alegre, Φεβρουάριος 2006). Γι' αυτή την κατάλυση κάθε έννοιας εκκλησιολογίας στο Porto Alegre ο Οικουμενικός Πατριάρχης παρατηρεί δύο χρόνια αργότερα στην Γενεύη και στην ομιλία του επ' ευκαιρία του εορτασμού των 60 ετών από της ιδρύσεως του Π.Σ.Ε.:
«...Απηλλαγμένοι λοιπόν των αγκυλώσεων του παρελθόντος και αποφασισμένοι να παραμείνωμεν ηνωμένοι και να εργασθώμεν από κοινού, εθέσαμεν, προ δύο ετών, κατά την διάρκειαν της Θ Συ νε λεύ σε ως εν Porto Alegre Βραζιλίας, τας βάσεις μιας νέας περιόδου εις την ζωήν του Συμβουλίου, λαμβάνοντες υπ' όψιν το σημερινόν πλαίσιον των διεκκλησιαστικών σχέσεων, ως και τας σημειωθείσας εις τον οικουμενικόν χώρον σταδιακάς αλλαγάς. Χαίρομεν διότι εις το επίκεντρον των δραστηριοτήτων του Συμβουλίου ευρίσκεται πάντοτε το όραμα των εν αυτώ δραστηριοποιουμένων Εκκλησιών δια την επίτευξιν, τη χάριτι του Θεού, της ενότητος εν τη αυτή πίστει και πέριξ της αυτής Ευχαριστιακής Τραπέζης...». (Επίσκεψις,685/2008, σελ. 22-29).
Ποτέ άλλοτε στο παρελθόν η Εκκλησία δεν αυτοϋπονομεύθηκε εξομοιούμενη με τις πάσης φύσεως προτεσταντικές ομολογίες νομιμοποιώντας με την ανοχή Της τα ανεπίτρεπτα εκκλησιολογικά και ηθικά ατοπήματά τους, όπως την χειροτονία των γυναικών, την ιερολογία του γάμου των ομοφυλοφίλων κ.α.
Ποτέ άλλοτε στο παρελθόν η Εκκλησία δεν θεώρησε ότι απώλεσε την μαρτυρία της μέσα στον κόσμο και ότι για την επανεύρεσή της απαιτείται η «επανένωση» των «διηρημένων Εκκλησιών».
Ποτέ άλλοτε στο παρελθόν η Εκκλησία δεν ταυτίστηκε με τους αιρετικούς και δεν ομολόγησε κοινή πίστη μαζί τους, όπως το έπραξε ο Μητροπολίτης Περγάμου κ. Ιωάννης, επίσημος εκπρόσωπος του Οικουμενικού Πατριαρχείου στον διάλογο με τους Ρωμαιοκαθολικούς και Συμπρόεδρος της Μικτής Επιτροπής Θεολογικού Διαλόγου λέγοντας «έχουμε την ιδία πίστι και την ιδία παράδοσι. Το κύριο πρόβλημα που πρέπει να λύσουμε, είναι το πρωτείο του επισκόπου Ρώμης, δηλαδή ο ρόλος του Πάπα...» (Περιοδικό S.Ο.Ρ. 31/8/2007).
Ποτέ άλλοτε στο παρελθόν η Εκκλησία δεν εκχώρησε την εκκλησιολογία της στους αιρετικούς, όπως με το πρόσφατο Κείμενο της Μικτής Επιτροπής Θεολογικού Διαλόγου στην Ραβέννα.
Ποτέ άλλοτε στο παρελθόν η Εκκλησία δεν θεώρησε τις αιρετικές κοινότητες ως «αδελφές εκκλησίες» η ως τους «δύο πνεύμονες» με τους οποίους αναπνέει η Εκκλησία του Χριστού, αποδεχόμενη έτσι θεωρίες απολύτως αντορθόδοξες και μάλιστα βλάσφημες, όταν υποστηρίζονται από ορθοδόξους, κατά τον Καθηγητή κ. Δημήτριο Τσελεγγίδη.
Ποτέ άλλοτε στο παρελθόν Οικουμενικός Πατριάρχης δεν αντήλλαξε λειτουργικό ασπασμό με τον Πάπα κατά την διάρκεια της ορθοδόξου λατρείας.
Ποτέ άλλοτε στο παρελθόν Οικουμενικός Πατριάρχης δεν καλλιέργησε ως εκκλησιαστικό έθος την συμμετοχή του στις λατρευτικές συνάξεις των παπικών, πρόσφατα μάλιστα και στην Σύνοδο των Καθολικών Επισκόπων, θεωρώντας μάλιστα το γεγονός ως «αποτέλεσμα του έργου του Αγίου Πνεύματος, το οποίο οδηγεί τις εκκλησίες μας σε πιο στενές και βαθιές σχέσεις. Ένα σημαντικό βήμα προς την επανεγκαθίδρυση της πλήρους κοινωνίας» (βλ. ανταπόκριση ΑΠΕ, http://eccle-sianews.blogspot.com/2008/10/blog-post_1173.html)
Ποτέ άλλοτε στο παρελθόν Οικουμενικός Πατριάρχης δεν αμφισβήτησε την απόλυτη σαφήνεια των δογμάτων της πίστεως θεωρώντας τις αιρετικές πλάνες «ποικιλία θεολογικής εκφράσεως» και τα ποικίλα κοινωνικά και ηθικά έκτροπα των προτεσταντικών κοινοτήτων «κρίσιν μεταξύ των ανηκόντων εις διαφόρους θεολογικάς και εκκλησιαστικάς παραδόσεις, μεταξύ Εκκλησιών εχουσών εκάστηδιαφορετικήν ανάγνωσιν και ερμηνείαν της Αγίας Γραφής, ως και διαφορετικήναντίληψιν των ηθικών και κοινωνικο-πολιτικών θεμάτων» (!) (Επίσκεψις, 685/2008, σελ. 22-29).
Ποτέ άλλοτε στο παρελθόν Οικουμενικός Πατριάρχης δεν θεώρησε τους Αγίους Πατέρες από κοινού ενόχους με τους αιρετικούς για την αποκοπή των τελευταίων από το Σώμα της Εκκλησίας. «Οι κληροδοτήσαντες εις ημάς την διάσπασιν προπάτορες ημών υπήρξαν ατυχή θύματα του αρχεκάκου όφεως και ευρίσκονται ήδη εις χείρας του δικαιοκρίτου Θεού» (Επισκεψις, αρ. 563, 30/11/1998, σελ. 6).
Η εκκλησιολογική εκτροπή από την αληθεύουσα ορθόδοξη πίστη δεν είναι πλέον απειλή, αλλά απτή πραγματικότητα. Αποτελεί ενσυνείδητη επιλογή της εκκλησιαστικής μας ηγεσίας και ακολουθείται πιστά και απαρέγκλιτα και με ταχύτατους μάλιστα ρυθμούς. Πραγματοποιείται αποφασιστικά και μεθοδικά και με ολοένα μεγαλύτερα βήματα. Ακολουθείται αποφασιστικά, μεθοδικά και με απόλυτη επίγνωση μία πορεία, που δύσκολα έχει επιστροφή, προς την ετεροδοξία, προς την θρησκειολογία, προς τους παγκόσμιους μηχανισμούς ελέγχου, προς τα διεθνή κέντρα λήψεως αποφάσεων. Δεν είναι δικές μας αυθαίρετες εκτιμήσεις, αλλά οι ίδιες οι επιλογές και η δραστηριότητα του Οικουμενικού Πατριαρχείου, που φαίνεται ότι ακολουθείται, επιφυλακτικότερα ίσως, και από την Εκκλησία της Ελλάδος.
Η πορεία είναι προδιαγεγραμμένη και οι αποφάσεις προειλημμένες (σε ανθρώπινο, βεβαίως, επίπεδο). Ακόμη και ο τύπος της «ενώσεως» έχει σε γενικές γραμμές προκαθορισθεί: μία «ένωση» ουνιτικού τύπου, όπου η κάθε πλευρά θα διατηρήσει την παράδοσή της, το τυπικό της κ.λπ., θα αναγνωρίζει, όμως, και θα έχει κοινωνία με τον Πάπα. Είναι η γνωστή οικουμενιστική αρχή της «unity in diversity» η η «ενότης εν τη ποικιλία».
(απόσπασμα από το άρθρο του Αρχιμ. Αθανασίου Αναστασίου στο περιοδικό "Εν Συνειδήσει")
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου